Της Μαριανίνας Πάτσα
«Ήμαστε λεοπαρδάλεις, λιοντάρια. Αυτοί που θα πάρουν τη θέση μας είναι τσακάλια, ύαινες. Και όλοι εμείς, λεοπαρδάλεις, τσακάλια και πρόβατα, θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε ότι είμαστε το αλάτι της γης».
Δεκαετία του 1860.Ηαριστοκρατία αγωνίζεται να συντηρηθεί ενάντια στο σκληρό τοπίο της Σικελίας. Η κλασική ταινία του Luchino Visconti “Il Gattopardo”, γνωστή και ως «Η Λεοπάρδαλη της Σικελίας», είναι ιστορικό επικό δράμα παραγωγής 1963 πουπαρακολουθεί με εσκεμμένα αργό ρυθμό την εξασθένιση του ευγενούς σπιτιού του Fabrizio Corbero, Πρίγκιπα της Salina (της Λεοπάρδαλης) και την αντίστοιχη ανάδειξη του εξαιρετικά πλούσιου πρώην αγρότη Don Calogero Sedara. Ο ίδιος ο πρίγκιπας αρνείται να κάνει δραστικά βήματα για να σταματήσει την παρακμή της προσωπικής του περιουσίας ή να βοηθήσει στην οικοδόμηση μιας νέας Σικελίας, αλλά ο ανιψιός του Tancredi, Πρίγκιπας των Falconeri, κολυμπάει με το κύμα και διασφαλίζει τη θέση του, παίρνοντας για σύζυγο την όμορφη κόρη του Don Calogero Sedara, Angelica. Μέσα από έναν πολυτελή χορό διάρκειας 40 λεπτών, ο Tancredi συστήνει την Angelica στην κοινωνία και στο προσκήνιο έρχεται η εξέλιξη των πραγμάτων.
Το αριστούργημα του Visconti που κέρδισε Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών 1963 και μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Κοστουμιών, αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του G.Tomasi di Lampedusa. Περιγράφει το πέρασμα μιας εποχής στην Ιταλία του 19ου αιώνα, καθώς και το πέρασμα από την κυριαρχία της αριστοκρατίας σε αυτήν της πλούσιας αστικής τάξης, αποτελώντας μια τοιχογραφία με ιστορική αλλά και διαχρονική σημασία για τη νέα και την παλιά τάξη. Πρωταγωνιστούν ο Alain Delon και η Claudia Cardinale, αμφότεροι στο απόγειο της σχεδόν εξωπραγματικής ομορφιάς τους, και ο Burt Lancaster που πέτυχε το αναπάντεχο: ακόμα και ντουμπλαρισμένος είναι τόσο εκφραστικός που συνεπαίρνει το κοινό, μέσα από μια ερμηνεία που ο ίδιος θεωρεί την καλύτερη της καριέρας του. Η διαδικασία των γυρισμάτων όμως δεν ήταν καθόλου εύκολη. Ο Visconti δεν ήταν ικανοποιημένος με την επιμονή των παραγωγών να έχει ο Lancaster τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Δεν πίστευε πως μπορεί να τον υποστηρίξει. Η πεποίθηση αυτή προκάλεσε εντάσεις μεταξύ τους κατά τις πρώτες εβδομάδες. Η σκληρή μεταχείριση του Visconti προς τον Lancaster οδήγησε σε κλιμάκωση πάνω στο σετ. Αυτό όμως είχε ένα αναπάντεχο αποτέλεσμα: ο σκηνοθέτης εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ με το πάθος και την ειλικρίνεια που επέδειξε ο Lancaster, που τελικά οι δυο τους ανέπτυξαν μια στενή και φιλική σχέση για τον υπόλοιπο χρόνο που διήρκησαν τα γυρίσματα. Πόλεμος, πάθη, κοστούμια και σκηνικά πολυεκατομμυρίων (πολλές σκηνές είναι γυρισμένες σε παλάτι), ερμηνείες με εύρος και μια αδιόρατη σκηνοθετική μελαγχολία, συνθέτουν ένα φιλμ κλασικό, που αν και πολυτελές δεν έχει τίποτα το υπερφίαλο. Παρά το πλούσιο ντεκόρ, τα πλάνα του Visconti χαρακτηρίζονται από λιτότητα, ενδείξεις ώριμου κινηματογραφιστή που δεν αναλώνεται σε άσκοπους εντυπωσιασμούς και ξέρει πως ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός. Αλλά και να είναι, κάποιες φορές δεν έχει καμία μα καμία σημασία.
1. Η σκληρή μεταχείριση του Visconti προς τον Lancaster οδήγησε σε κλιμάκωση πάνω στο σετ. Αυτό όμως είχε ένα αναπάντεχο αποτέλεσμα: ο σκηνοθέτης εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ με το πάθος και την ειλικρίνεια που επέδειξε ο Lancaster, που τελικά οι δυο τους ανέπτυξαν μια στενή και φιλική σχέση.
2. Το “Il Gattopardo” περιγράφει το πέρασμα μιας εποχής στην Ιταλία του 19ου αιώνα, από την κυριαρχία της αριστοκρατίας σε αυτήν της πλούσιας αστικής τάξης, αποτελώντας μια τοιχογραφία με ιστορική αλλά και διαχρονική σημασία.