του sir Taki Theodoracopulos
Από την Ομηρική Ιλιάδα στα παγωμένα μαύρα νερά του Ατλαντικού που κατάπιαν τον Τιτανικό.
Α! ο «Οίνοψ Πόντος» και όλα αυτά, τα έχουμε όλα ξανακούσει αλλά δεν υπάρχει Έλληνας που έχει χορτάσει θάλασσα. Η λαχτάρα του Έλληνα για την θάλασσα και το κρασί είναι τόσο ξακουστή που έχει επικρατήσει στους αιώνες, από τον 8ο αιώνα π.Χ – τότε που γράφτηκε η Ιλιάδα και η φράση «οίνοψ πόντος». Μια φράση που είναι ασφαλώς καταχωρημένη στο ασυνείδητο ακόμη κι αυτών που νομίζουν πως ο Όμηρος είναι ο πρωταγωνιστής μιας αμερικανικής τηλεοπτικής σαπουνόπερας. (Homer Pyle. Το παρακολουθούν αποκλειστικά ηλίθιοι).
Αν και τα μεταγενέστερα έργα του Ομήρου ήταν αυτά που πραγματεύονταν θαλάσσιες περιπέτειες, στη χερσαία του Ιλιάδα ήταν που ακούστηκε η γνωστή αυτή φράση. Το “οίνοψ πόντος” μας έμεινε, μας εμπνέει, μας οδηγεί. Άραγε με ποιον τρόπο ο Όμηρος είδε την θάλασσα σαν σκούρο κρασί; Και με τόσους πιθανούς παραλληλισμούς γιατί διάλεξε το κρασί; Μια που δεν είμαι Ομηρικός μελετητής, δεν θα εμβαθύνω περαιτέρω, απλώς θα πω πως το “οινόπα πόντον” είναι η Αρχαία έκφραση της και θα σας αφήσω να συνεχίσετε την κουβέντα μεταξύ σας, εσάς τους γνώστες.
Η Anais Nin, μια θλιμμένη αλλά σεξουαλικά δραστήρια συγγραφέας που ζούσε στο Παρίσι, στα μέσα του περασμένου αιώνα, συνέκρινε τον εαυτό της με γοργόνα: “με δίχως φόβο για τον πυθμένα και με μεγάλο φόβο για τη ρηχή ζωή”. Το σεξ κι η θάλασσα πάνε μαζί όπως το πλοίο με τα πανιά. “Ashore it’s wine, women, and song; aboard it’s rum, bum, and concertina”, λέει ένα παλιό τραγούδι. Κι όπως λένε “η μόνο απασχόληση ενός θαλασσόλυκου στην ξηρά μέχρι να μπαρκάρει, είναι να ευχαριστηθεί όσο σεξ μπορεί”.
Οι τρεις βασικοί ήχοι της φύσης είναι η βροχή, ο άνεμος και το κύμα. Όπως κι εσείς, έτσι κι εγώ τους έχω ακούσει όλους αλλά αυτός της θάλασσας, όταν το κύμα σπάει στην παραλία είναι ο καλύτερος κι ο πιο ποικιλόμορφος. Είναι επίσης πολύ τρομακτικός όταν τον ακούς στη μέση καταιγίδας.
Ξεκίνησα τα ταξίδια στη θάλασσα πάνω στο όμορφο σκάφος του πατέρα μου Aries, ένα 40μετρο Camper Nicholson, κτισμένο το 1953. Το πρώτο δικό μου ήταν μια σουηδική ομορφιά, ναυπηγημένο για το America’s Cup του 1938. Με αυτό το ιστιοπλοϊκό περνώντας τα στενά της Μεσίνα, εν πλω προς την Ελλάδα, πέσαμε στη «μητέρα των θυελλών» και βίωσα το πρώτο μου “knock down” όταν το κατάρτι άγγιξε στο νερό και το σκάφος παρέμεινε γερμένο στο πλάι. Μέχρι να επανέλθει μου φάνηκε αιώνας. Τα στενά της Μεσίνα, γνωστά από την Ομηρική εποχή ως η Σκύλλα και η Χάρυβδη, ο εφιάλτης των ναυτικών, όπου η θάλασσα έβραζε. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα και σκέφθηκα ότι ο Οδυσσέας και το πλήρωμά του θα σκέφτονταν το ίδιο. Ήμασταν εκεί με μοντέρνο εξοπλισμό, χάρτες και εκπαιδευμένο πλήρωμα και όμως η εικόνα της θάλασσας ήταν τρομακτική. Θυμήθηκα ένα σοβιετικό πλοίο που περνούσε δίπλα μεταφέροντας στρατιώτες, οι οποίοι έκαναν νεύματα προς το κορίτσι που είχα μαζί του, προσκαλώντας την να ανέβει στο πλοίο τους. Εκείνη παρέμεινε τρομοκρατημένη όσο κράτησε αυτό.
Δεν θυμάμαι να πηγαίνω στη Μύκονο, την εποχή που ήταν διασκεδαστική, και να μην τη διασχίζω χωρίς να ακούω το βαρύ βρυχηθμό από το μελτέμι, τα βυθίσματα στο νερό που φαίνονταν να κοχλάζει , το σφύριγμα του ανέμου, κάποιες φορές δυνατό σαν βροντή, μερικές φορές ήρεμο. Έχω σκίσει περισσότερα πανιά από τις ψευδείς υποσχέσεις του Τσίπρα, αλλά κοιτάζοντας πίσω ήταν πολύ διασκεδαστικό. Ένα ζευγάρι άγγλων που είχα κάποτε στο σκάφος καθώς η καταιγίδα μας χτύπησε, πήγε κάτω και άρχισε να τραγουδάει. Νόμιζαν ότι θα πεθάνουν. Οι Άγγλοι έχουν την τάση να τραγουδούν πριν συναντήσουν τον δημιουργό τους.
Αν και οι ρομαντικοί από εμάς βλέπουν τη θάλασσα ως το τέλειο μέρος για ρομαντικές σκέψεις και συναντήσεις, η θάλασσα έχει καταπιεί τους ανθρώπους ανελέητα και από αμνημονεύτων χρόνων. Ο χώρος δεν μου επιτρέπει να αναφερθώ στις χειρότερες καταστροφές, επειδή είναι τόσο πολυάριθμες που σφίγγεται η καρδιά. Οι χιλιάδες σκλάβοι που ρίχτηκαν στο νερό από σκληρούς άραβες δουλέμπορους. Οι χιλιάδες σκλάβοι κωπηλάτες στα ισπανικά, αγγλικά, γαλλικά και ολλανδικά πολεμικά πλοία που βυθίστηκαν αλυσοδεμένοι στους πάγκους τους. Τις χιλιάδες ναυτικούς που πνίγηκαν με τα πλοία τους, καθώς έπεφταν σε άγνωστα βράχια και αχαρτογράφητες ακτές. Χιλιάδες γενναίοι άνδρες των υποβρυχίων που είναι παγιδευμένοι για πάντα, βαθιά κάτω από μας. Θα αναφέρω όμως μια περίπτωση όπου η σκληρή θάλασσα έδειξε τον πραγματικό της εαυτό και ένα άλλο όταν η θάλασσα πήρε τη δεύτερη θέση στη σκληρότητα από την απανθρωπιά του ανθρώπου: Στη μάχη της Οκινάβα ένα αμερικανικό καταδρομικό βυθίστηκε από ιαπωνικό υποβρύχιο. Στο πλοίο ήταν πέντε αδέλφια, οι Sullivans, οι οποίοι είχαν επιμείνει να υπηρετήσουν μαζί, γιατί «μαζί είμαστε αήττητοι». Και οι πέντε βυθίστηκαν με το πλοίο. Δύο καταδρομικά αργότερα ονομάστηκαν προς τιμήν τους, το U.S.S. Sullivan, και μια υπέροχη ταινία από τη σύντομη ζωή τους. Η θάλασσα ήταν πραγματικά σκληρή στην περίπτωσή τους.
Το άλλο “περιστατικό” έλαβε χώρα τη νύχτα της 15ης Απριλίου 1912, όταν ο Τιτανικός χάθηκε. Αφού το μεγάλο πλοίο είχε βυθιστεί, οι μερικώς γεμάτες σωσίβιες λέμβους που στέκονταν μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά, δεν επέστρεψαν ποτέ. Οι κραυγές εκείνων που κολυμπούσαν άσκοπα στα παγωμένα μαύρα νερά θα μπορούσαν να ακουστούν σαφώς. Αλλά δεν πλησίασε καραβάκι. Πώς θα μπορούσε οποιοσδήποτε άνθρωπος να μην προσέξει αυτές τις κραυγές; Φοβόταν ότι οι σωσίβιες λέμβοι θα κατακλύζονταν από εκείνους στο νερό. Και όμως, το πιο σπαραξικάρδιο μέρος ολόκληρης της τραγωδίας ήταν η αποτυχία των σκαφών που ήταν εν μέρει γεμάτα για να πάρουν τις φτωχές ψυχές που βρέθηκαν στο νερό. Άκουσαν τις κραυγές και δεν επέστρεψαν. Αν το είχαν πράξει, θα είχαν σωθεί μερικές εκατοντάδες ψυχές. Αυτό ήταν το πραγματικό σκάνδαλο της καταστροφής του Τιτανικού, και όπου οι άνθρωποι εμφανίστηκαν τελικά απάνθρωποι. Η θάλασσα, μετά απ’ όλα, δεν μπορεί να βοηθήσει, είναι σκληρή. Οι άνθρωποι μπορούν.
Έτσι, μετά από εξήντα χρόνια ιστιοπλοΐας στη Μεσόγειο, η θάλασσα που ήταν κάποτε σύνορο μεταξύ ενός πολιτισμένου κόσμου και ενός βάρβαρου, έχει γίνει ένας αγωγός για τους Αφρικανούς για να εγκατασταθούν στην Ευρώπη. Δεν είμαι πλέον ιδιοκτήτης σκάφους αλλά ναυλώνω κάθε χρόνο. Το τελευταίο μου σκάφος, το Bushido ήταν το πέμπτο, και καθώς έγινα υπέργηρος Οδυσσέας, η Καλυψώ και οι Σειρήνες σταμάτησαν να υλοποιούνται εμπρός μου. Έπλευσα με το Bushido κυρίως γύρω από τα Ιόνια νησιά, απ΄ όπου καταγόταν ο πατέρας μου, τη Ζάκυνθο, το Fiore di Levante, γενέτειρα του Σολωμού και του μεγαλύτερου βάρδου της Ιταλίας, του Foscolo. Το Ιόνιο ήταν πάντα η γέφυρα ανάμεσα στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη και ενέπνευσε με την ομορφιά της ελληνικής υπαίθρου και την αριστοκρατικότητα της βενετσιάνικης αρχιτεκτονικής, το γαλάζιο της θάλασσας και το σκούρο πράσινο των κυπαρισσιών. Μου άρεσε το Φισκάρδο και ο Άσσος στην Κεφαλονιά, όταν ήμουν αγόρι και με το yacht του πατέρα μου τα επισκεφθήκαμε. Είδαμε τον Διονύσιο Ρώμα και τους ξαδέρφους του μπαμπά την οικογένεια Καρέρ, μιλήσαμε για το παρελθόν και τη Φιλική Εταιρεία στην οποία ανήκαν οι πρόγονοί μας. Λοιπόν, όλοι αυτοί έχουν «φύγει» τώρα, και σύγχρονοι φόβοι έχουν αντικαταστήσει τα βενετσιάνικα κτίρια, αλλά η θάλασσα παραμένει ίδια εκεί.
Photos: Getty Images/Ideal Image