Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ένα επεισόδιο μεταξύ παιδιών οδήγησε το νεαρό Γιάννη Αϊδινιώτη στο τμήμα πυγμαχίας του Παναθηναϊκού, στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Κυνηγώντας τ’ όνειρό του να γίνει μποξέρ ανεβαίνει για πρώτη φορά στο ρινγκ το καλοκαίρι του 1973, σε ηλικία 15 ετών. Το πρώτο του μετάλλιο το κατακτά στον «τάφο του Ινδού», το 1975, νικώντας τον αντίπαλό του από την ομάδα της ΑΕΚ. Από εκεί και ύστερα το ταλέντο του στην πυγμαχία τον οδηγεί στο επαγγελματικό μποξ. Μια μακρά πορεία γεμάτη έντονες συγκινήσεις και διεθνείς νίκες που τον οδήγησε να αναλάβει τα ηνία της πυγμαχίας του Παναθηναϊκού το 2013.
Μιλώντας στο MANCODE μας λέει χαρακτηριστικά :
Έχεις κερδίσει αγώνες σε εποχές πολύ διαφορετικές….
Το μπράβο για εμάς ήταν ένα χτύπημα στην πλάτη, ένα μετάλλιο και ένα μπουκάλι γάλα. Βέβαια στην εθνική ομάδα μάς πλήρωναν και τα οδοιπορικά. Ήταν άλλες εποχές. Τότε κατέβαινες στον Παναθηναϊκό και γινόσουν πυγμάχος από μόνος σου. Ο Παναθηναϊκός το ’77 είχε έξι πρωταθλητές Ελλάδος σε 11 κατηγορίες.
Σήμερα, πολλά χρόνια αργότερα μας περιγράφει τη φιλοσοφία του.
Πως «χτίζεις» έναν αθλητή του μποξ;
Προτεραιότητα είναι το μποξ. Όπως ακριβώς ξεκίνησα κι εγώ. Για να γίνεις μεγάλος αθλητής το βάζεις πάνω από όλα. Αν δεν το κάνεις, τότε δεν πρέπει να περιμένεις να γίνεις πρωταθλητής. Με τους αθλητές που «χτίζω» εγώ είμαστε συνεταίροι στη νίκη και στην ήττα.
Γιατί στην Ελλάδα το επαγγελματικό μποξ δεν αναδείχτηκε όπως σε άλλες δυτικές χώρες;
Στο εξωτερικό έχει αγοραστικό κοινό. Ο κόσμος θέλει να βλέπει το θέαμα και οι αθλητές τού το προσφέρουν. Θέλει να βλέπει ποιότητα. Και στο εξωτερικό τη βλέπει.
Η σχέση σου με τον Παναθηναϊκό …
Είναι ένα στοίχημα προς τον εαυτό μου. Μου δόθηκε η ευκαιρία. Η μοίρα φάνηκε καλή μαζί μου. Πόσοι άνθρωποι λένε «αν είχα μια δεύτερη ευκαιρία…». Εγώ ήμουν τυχερός. Δεν υπήρχε περίπτωση να την αφήσω. Έγραψα το όνομά μου στον Παναθηναϊκό.