Kind of blue | Miles Davis
[ssba]

Born on this day!

του Μισέλ Νικολαρέα

Παρίσι. Είναι νύχτα, πολλά φώτα, κίνηση, αυτοκίνητα, υποψία βροχής στον αέρα. Η Jeanne Moreau σε μια βόλτα μάταιης αναζήτησης. Ασπρόμαυρα πλάνα προσδίδουν στη noir αισθητική. Και πίσω από όλες τις εικόνες που εναλλάσσονται, η μουσική. Τώρα μάλιστα. Εδώ είναι το θέμα μας. Οι αργές νότες, σχεδόν υπνωτιστικές, της τρομπέτας συνοδεύουν την Moreau και η βροχή έρχεται καταιγιστική. Οι σκηνές ανήκουν στο κλασικό noir «Ασανσέρ για δολοφόνους» του 1958, σε σκηνοθεσία του Louis Malle, και το μουσικό θέμα δημιουργεί την κατάλληλη ατμόσφαιρα για να μας εισαγάγει στον κόσμο ενός θρύλου της τζαζ. Ladies and Gents, υποδεχτείτε τον Miles Davis!

Είναι παράδοξο, μα αληθινό. Μια στιγμή είναι ικανή να καθορίσει ολόκληρη τη ζωή μας. Αυτό συνέβη σε ένα παιδί γεννημένο το 1926 στο Alton του Illinois των ΗΠΑ, σε ένα τοπικό πανηγύρι κάπου στο Saint Louis, όπου πήγε με τα αδέλφια και τους γονείς του. Εκεί, ένας μαύρος τζαζίστας με μια τρομπέτα, μάλλον αυτοδίδακτος, τον εντυπωσίασε και «blew his mind away», όπως λένε στην Αμερική. Ο μικρός Miles μαγεύτηκε τόσο που απαίτησε από τους ευκατάστατους γονείς του να του αγοράσουν μια τρομπέτα. Ο πατέρας δεν έφερε αντίρρηση και προσέλαβε δάσκαλο να του μάθει τα δέοντα. Στη μητέρα δεν άρεσε καθόλου αυτή η ιδέα. Φανταζόταν τον γιο της να καταλήγει στα πανηγύρια, ενώ είχε άλλα σχέδια για εκείνον. Παρά τις αντιρρήσεις της, ο μικρός συνέχισε τα μαθήματα μουσικής. Εκείνος ο δάσκαλος τον επηρέασε έντονα, καθώς του απαγόρευσε να κάνει «φιοριτούρες», επίδειξη ικανοτήτων και vibrato στη χρήση του οργάνου. Ο νεαρός Davis έμαθε να παίζει την τρομπέτα με τον ήχο τον κλασικό που εκείνη παράγει, με απέριττη, δωρική δεξιοτεχνία, χωρίς ξεσπάσματα εντυπωσιασμού.

Το 1944, στα 18 του, ο Miles μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και γράφτηκε, προφασιζόμενος σπουδές, στη διάσημη σχολή Julliard School of Music, αλλά ο αληθινός στόχος του ήταν να δουλέψει μαζί με τον Charlie Parker και τον Dizzy Gillespie, σπουδαίους μουσικούς της τζαζ εκείνης της εποχής. Η μητέρα του προσπάθησε ανεπιτυχώς να τον στρέψει προς τις κλασικές σπουδές. Μάταια. Εκείνος συνέχισε στον δρόμο που είχε χαράξει στο μυαλό του. Στη σχολή ένας καθηγητής του δίδασκε με τελείως διαφορετικό τρόπο από τον προηγούμενο. Απαιτούσε από τον νεαρό μαθητή του την τεχνική του vibrato και επίδειξη των ικανοτήτων του πάνω στο όργανο. Ο Miles αντιτάχθηκε, συγκρούστηκε μαζί του και στον πρώτο χρόνο εγκατέλειψε τις σπουδές και εντάχθηκε σε μια τζαζ μπάντα.

Εφηύρε ένα πιο χαμηλότονο στιλ, που γνώρισε στον κόσμο σαν cool τζαζ. Αυτό το στιλ επηρέασε μεγάλο αριθμό γκρουπ που έπαιζαν στη δυτική ακτή. Τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του ’50 έκανε διάσημη τη Modal jazz, ανοίγοντας νέους δρόμους για μία ακόμα φορά, ηχογραφώντας δύο από τα κλασικότερα άλμπουμ όλων των εποχών στην ιστορία της τζαζ, το «Milestones» το 1958 και το «Kind of Blue» το 1959. Το μουσικό του στιλ διαφοροποιήθηκε από το κοινό «hard bop» ύφος που μεταχειρίζονταν οι άλλοι τζαζίστες. Στην πορεία συμμετείχε σε πολλές μπάντες, γυρίζοντας τις πολιτείες δίνοντας συναυλίες. Σημείο αναφοράς αποτελεί η συνεργασία του με τους Gerry Mulligan, J.J. Johnson, Kenny Clarke και Lee Konitz. Παρόλο που ήταν για σύντομο χρονικό διάστημα, τα τραγούδια που ηχογράφησαν αποτέλεσαν σταθμό και άνοιξαν τον δρόμο για το νέο στιλ «West Coast» της δεκαετίας του ’50.

Ηχογράφησε δίσκους με τους σπουδαιότερους Αμερικανούς μουσικούς και τραγουδιστές. Από τους εξαιρετικούς σαξοφωνίστες John Coltrane και Cannonball Adderley μέχρι τη μνημειώδη συνεργασία του με τον Gil Evans και την έκδοση των άλμπουμ «Miles Ahead» (1957), «Porgy and Bess» (1958) και «Sketches of Spain» (1960). Η συνεργασία αυτή θεωρήθηκε μία από τις σημαντικότερες ολόκληρης της ζωής του.

Το χρυσό όνειρο όμως ξαφνικά ξεθώριασε. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, τα χρόνια του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και των διαδηλώσεων για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών, συνελήφθη από την αστυνομία για κατοχή και χρήση ναρκωτικών, γεγονός που έφερε τεράστια αρνητική δημοσιότητα. Ανάλογα δημοσιεύματα σε όλα τα ΜΜΕ επιτάχυναν το γκρέμισμα του ειδώλου του. Πέρασαν χρόνια αδράνειας, ίσως και δεκαπέντε. Ο ίδιος περιορίστηκε στο σπίτι του γράφοντας μουσική για άλλους. Το 1985, στα εξήντα του, αποφασίζει να κάνει μια παγκόσμια περιοδεία. Το εγχείρημα στέφθηκε με τεράστια επιτυχία. Ταξίδεψε στην Αμερική και στην Ευρώπη. Οι συναυλίες του ήταν sold out. Ο μύθος είχε ζωντανέψει πάλι, ο κόσμος ήθελε να τον δει από κοντά να παίζει την τρομπέτα με τον μαγικό του τρόπο. Ένα αμερικανικό τηλεοπτικό κανάλι τού έδωσε εβδομαδιαία εκπομπή να παίζει μουσική και να καλεί σπουδαίους μουσικούς. Επίσης ο ίδιος συμμετείχε σε τηλεοπτικούς διαγωνισμούς εύρεσης ταλέντων. Εκείνη την περίοδο έκανε καινούργιους δίσκους που ανέβηκαν στις πρώτες θέσεις των charts της χώρας και έγραψε μουσική για ταινίες του Χόλιγουντ. Όμως, η επαναφορά δεν κράτησε.

Η επιβαρυμένη υγεία του από τη χρήση ναρκωτικών καθώς και η υπερ- κόπωση τον κατέβαλαν. Ήταν 65 όταν μια πνευμονική εμβολή επέφερε τον θάνατό του σε νοσοκομείο της Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνια. Το ημερολόγιο έγραφε 28 Σεπτεμβρίου 1991. Στην προσωπική ζωή του έκανε δύο γάμους, με την Betty Davis και την Cicely Tyson. Η μουσική κληρονομιά του είναι αναμφίβολα σημαντική. Εξέλιξε την jazz, μέσα από τις συνθέσεις αλλά και τις συνεργασίες του με εμβληματικές προσωπικότητες και την παραγωγή πολλών δίσκων. Παράλληλα έπαιξε ρόλο στο θέμα των διακρίσεων και του ρατσισμού στον χώρο της μουσικής. Μαζί με τον Louis Armstrong, τον Duke Ellington και τον Charlie Parker, ο Davis θεωρείται ένας από τους καλλιτέχνες με τη μεγαλύτερη επίδραση στον χώρο της jazz. Εξάλλου, όπως είπε και ο ίδιος: «Ο καθένας μπορεί να παίξει. Οι νότες είναι μόνο 20 τοις εκατό. Η διάθεση του γ… που παίζει είναι το 80 τοις εκατό».

Photo Credit: Getty Images | Ideal Image

[ssba]
Popular
Recent
About Men