του Απόστολου Κοτσάμπαση
Το 19ο αιώνα πριν την έλευση της φωτογραφίας, οι πίνακες ζωγραφικής λειτούργησαν ως αντίστοιχες απεικονίσεις ιστορικών γεγονότων. Ήταν δύο κατηγοριών. Η πρώτη ονομαζόταν « ζωγραφική ιστορίας» και αναφερόταν σε εκείνα τα έργα που οι καλλιτέχνες δημιούργησαν χρόνια μετά από τα συμβάντα που απεικονίζονται στον καμβά τους. Η δεύτερη και μακράν πιο σημαντική όσον αφορά τον κοινωνικό αντίκτυπο των έργων, ήταν η «ζωγραφική ειδήσεων», η οποία αφορούσε πίνακες που παρουσιάζονταν στο κοινό σε χρόνο πολύ κοντά στα γεγονότα. Ένα είδος φωτο-ρεπορτάζ της εποχής, όπου σε εκδηλώσεις με σημαντικούς καλεσμένους αποκαλύπτονταν το έργο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα που αφορά στον πόλεμο της ανεξαρτησίας του 1821, υπήρξε η παρουσίαση του εμβληματικού έργου του Delacroix «Η Ελλάδα πάνω στα ερείπια του Μεσολογγίου», το 1826 στο Παρίσι, λίγο μετά την καταστροφή της πόλης από τους Οθωμανούς. Το σοκ που προκάλεσε στους ανώτερους κοινωνικούς κύκλους της Γαλλίας ήταν έντονο. Οι πίνακες του Delacroix, μεταξύ των οποίων και «Η σφαγή της Χίου» έπαιξαν ρόλο καταλύτη και συνέβαλλαν για να διογκωθεί το κύμα φιλελληνισμού στη Δυτική Ευρώπη, το οποίο υποχρέωσε τις κυβερνήσεις Γαλλίας και Μεγάλης Βρετανίας να πάρουν θετική θέση υπέρ της υπόθεσης της Ελληνικής ανεξαρτησίας.
Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου, 20 Οκτωβρίου 1827
«Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου», πίνακας του Ivan Aivazovsky, 1846. Στυλ: ρομαντισμός. Λάδι σε καμβά, 172 x 234 cm
Ο Ρώσος ζωγράφος Ivan Aivazovsky (1817- 1900) φιλοτέχνησε το 1848 τον πίνακα «Η Ναυμαχία του Ναβαρίνου», που απεικονίζει το ιστορικό γεγονός από την οπτική γωνία των Ρώσων. Ο Aivazovsky στον πίνακά του δείχνει το πλοίο «Azov», που, αν και υπέστη σοβαρή ζημιά, το πλήρωμά του επιβιβάζεται στο τουρκικό πλοίο και οι Ρώσοι ναυτικοί ανεβαίνουν στο κατάστρωμα για να ολοκληρώσουν την καταστροφή του εχθρικού πολεμικού σκάφους. Αυτό το επεισόδιο τοποθετήθηκε από τον καλλιτέχνη στο κέντρο της σύνθεσης. Με την επιδέξια απεικόνιση της επιθετικής κίνησης του «Azov» και την επικείμενη καταστροφή του τουρκικού πλοίου, ο ζωγράφος δεν αφήνει στον παρατηρητή του έργου καμία αμφιβολία για το αποτέλεσμα της μάχης.
Ο Ivan Aivazovsky, από την Κριμαία της Ρωσίας, έζησε μετά το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων, στα χρόνια του τσάρου Αλέξανδρου Α’. Θεωρείται από τους σημαντικότερους θαλασσογράφος. Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Αγίας Πετρούπολης. Για το μεγάλο ταλέντο του έγραψαν οι σημαντικότερες προσωπικότητες του ρωσικού πολιτισμού του 19ου αιώνα, όπως ο Άντον Τσέχωφ και ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Στους πίνακές του ζωντάνεψε θάλασσες και ωκεανούς του κόσμου αλλά και γεγονότα της ευρωπαϊκής ιστορίας της εποχής του, όπως ναυμαχίες από τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και την Ελληνική Επανάσταση.
Ο Μάρκος Μπότσαρης στη μάχη του Καρπενησίου τη νύχτα της 8ης Αυγούστου 1823
O Μάρκος Μπότσαρης στη Μάχη του Καρπενησίου, τη νύχτα της 8ης Αυγούστου 1823, έργο του Franciszek Tomasz Tepa του 1852, συλλογή Μουσείου Narodowe Βαρσοβία, Πολωνία.
Το έργο του Franciszek Tomasz Tepa απεικονίζει μια σκηνή από τη Μάχη του Καρπενησίου, η οποία διεξήχθη κοντά στην ομώνυμη πόλη, το πιθανότερο το βράδυ της 8ης Αυγούστου προς την 9η Αυγούστου 1823, μεταξύ μικρής αριθμητικά (περίπου 450) δύναμης επαναστατημένων Ελλήνων ατάκτων υπό τον Σουλιώτη Μάρκο Μπότσαρη και των οθωμανικών στρατευμάτων (5.000-7.000 Αλβανοί) υπό τον Μουσταή Πασά. Στη διάρκεια της μάχης ο Μπότσαρης σκοτώθηκε από σφαίρα που τον χτύπησε στο δεξί μάτι. Οι τουρκικές απώλειες υπήρξαν βαριές –περίπου 800-1.500 άνδρες–, σε αντίθεση με τις ελληνικές, που ήταν ελάχιστες. Ο Μπότσαρης ετάφη στο Μεσολόγγι με μεγάλες τιμές.
Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου
Ο πίνακας, λάδι σε καμβά (213 × 142 cm), βρίσκεται στο Musée des Beaux-Arts, στο Bordeaux της Γαλλίας.
Ο πίνακας αυτός θεωρείται ότι υπήρξε ο καταλύτης για να διογκωθεί στη Γαλλία το ήδη μεγάλο ρεύμα φιλελληνισμού και υποστήριξης προς τον πόλεμο της ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Ο Eugène Delacroix φιλοτέχνησε την «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» το 1826, μετά από δύο μήνες σκληρής και αδιάκοπης εργασίας. Η ημερομηνία είναι σημαντική, γιατί δεν πρόκειται για ζωγραφική ιστορίας όσο για ζωγραφική «ειδήσεων». Η πολιορκία, η έξοδος και καταστροφή του Μεσολογγίου συνέβη νωρίτερα, τον Απρίλιου εκείνου του έτους.
Σε αυτόν τον πίνακα ο Delacroix δείχνει ξεκάθαρα, όπως και ο Άγγλος ποιητής Λόρδος Byron, τη συμπάθειά προς τους Έλληνες. Ο καλλιτέχνης εμφανίζει τα επακόλουθα της καταστροφής και δημιουργεί μια ισχυρή μυθική φιγούρα πάνω στα ερείπια για να εστιάσει τον πίνακα. Η Ελλάδα εμφανίζεται ως νεαρή γυναίκα με παραδοσιακή ελληνική φορεσιά, αλλά το απογυμνωμένο στήθος της αντικατοπτρίζει τη γαλλική φιγούρα της Δημοκρατίας, τη Marianne, το σύμβολο της ελευθερίας. Ο κορμός της Ελλάδας φωτίζεται από ζεστό φως και η έκφραση της αναδεικνύει την αγωνία αλλά και τη θέληση της να επιβιώσει. Διότι, αν και η Ελλάδα έχει μια σπασμένη καρδιά, στην πραγματικότητα δεν καταλήγει, αλλά θα αναστηθεί για να κερδίσει τον πόλεμο για την ανεξαρτησία.
Ο Delacroix έχει επίσης δανειστεί στοιχεία από εικόνες της Παναγίας – τα ανοιχτά χέρια και τις ανοιχτές παλάμες- παραπέμπουν σε φιγούρες της Μαντόνας του Ελέους και της Πιετά, ενώ οι μπλε και λευκές πτυχές θυμίζουν τη Μαντόνα της Άμωμης Σύλληψης.Στη σκηνή δίνεται συναισθηματική ένταση από τον απειλητικό νυχτερινό ουρανό στο φόντο και τα ερείπια που μοιάζουν να απλώνονται έξω από το πλαίσιο του καμβά. Ακριβώς στο πίσω μέρος του πίνακα, ένας άνδρας, μελαμψός με τουρμπάνι, καρφώνει μια σημαία πάνω στα χαλάσματα. Είναι περήφανος και νικητής, ενώ η Ελλάδα εμφανίζεται ως θύμα. Τα κόκκινα ρούχα του παραπέμπουν στις αμυδρές ραβδώσεις του αίματος στην τοιχοποιία παρακάτω. Αναμφίβολα ένα έργο που γεννά έντονα συναισθήματα στον παρατηρητή.
Αρματολοί κοντά στην Αθήνα
Το έργο «Αρματολοί κοντά στην Αθήνα», λάδι σε καμβά (49×44), βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο του Βερολίνου στη Γερμανία.
Ο Peter von Hess (1792 – 1871) ήταν Γερμανός ζωγράφος που διακρίθηκε κυρίως στις αναπαραστάσεις μαχών και ειδικότερα ως καλλιτέχνης που απαθανάτισε τις ιστορικές στιγμές της Ελληνικής επανάστασης του 1821 καθώς και στιγμιότυπα από την εισβολή του Ναπολέοντα στη Ρωσία. Το 1827 ο βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος του ανέθεσε την απεικόνιση των ηρώων και των σκηνών της ελληνικής Επανάστασης. Για τον σκοπό αυτό ο Hess συνόδευσε τον Όθωνα στη Ελλάδα, όπου παρέμεινε εννιά μήνες για να γνωρίσει τους τόπους όπου διαδραματίσθηκαν τα γεγονότα του πολέμου για την ανεξαρτησία αλλά και τους πρωταγωνιστές που συμμετείχαν.
Ο Hess ετοίμασε 39 σχέδια τα οποία τοποθετήθηκαν στον Κήπο της Βασιλικής Αυλής του Μονάχου ώστε να είναι προσιτά στους κατοίκους σε μία προσπάθεια προσέγγισης του βαυαρικού και του ελληνικού λαού. 32 από τις 39 συνολικά επιχρωματισμένες λιθογραφίες του Hess εκτίθενται σήμερα στο Μουσείο Μπενάκη, ενώ κάποιες από αυτές κοσμούν την αίθουσα συναλλαγών του κεντρικού καταστήματος της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, στην οδό Αιόλου.
Ο Hess επέστρεψε στην Ελλάδα για την επιζωγράφιση της κεντρικής αίθουσας του νεόδμητου τότε ανακτόρου. Δυστυχώς όμως τα καλλιτεχνήματα αυτά καταστράφηκαν μερικώς κατά την πυρκαγιά των ανακτόρων τον Δεκέμβριο 1909 ενώ τα εναπομείναντα αφαιρέθηκαν κατά τη μετατροπή τους σε μέγαρο της Βουλής. Ο πίνακας που απεικονίζει την είσοδο του Όθωνος στο Ναύπλιο κατά τη διάρκεια της οποίας ήταν παρών και ο ίδιος ο ζωγράφος, βρίσκεται σήμερα στη Νέα Πινακοθήκη του Μονάχου, όπως και ο πίνακας που απεικονίζει την υποδοχή του Όθωνος στην Αθήνα.
Η αποβίβαση του Καραϊσκάκη στο Φάληρο
«Η αποβίβαση του Καραϊσκάκη στο Φάληρο», 1895, έργο του Κωνσταντίνου Βολανάκη, λάδι σε καμβά (150 x 273 cm), Συλλογή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Ο Κωνσταντίνος Βολανάκης ή Βολονάκης (1837 – 1907) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα. Σημαντικά έργα του τα εμπνεύστηκε από τα γεγονότα του Πολέμου για την Ανεξαρτησία. Ένα από τους διάσημους πίνακές του είναι «Η Πυρπόληση της Τουρκικής Ναυαρχίδας», εκτελεσμένος τουλάχιστον δύο φορές (ιδιωτική συλλογή Stavros Michalarias Art, Αθήνα, και «Η Πυρπόληση Τουρκικής Φρεγάτας» 1882, Ναυτικό Μουσείο, Πειραιάς). Παρόμοιο είναι και το έργο του «Η Πυρπόληση του Τουρκικού Δικρότου» (δημοπρασία Christie’s, Αθήνα 1994). Θεωρείται ο «πατέρας» της ελληνικής θαλασσογραφίας. Η θάλασσα, τα πλοία και τα λιμάνια ήταν η μόνιμη πηγή έμπνευσης του. Μαζί με τον Θεόδωρο Βρυζάκη, τον Νικηφόρο Λύτρα, τον Νικόλαο Γύζη και τον Γεώργιο Ιακωβίδη, θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού, της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου».