του sir Taki Theodoracopulos
Αρθρογραφώντας στον λονδρέζικο Spectator πριν από πολύ καιρό -διατηρώ στήλη εκεί από το 1977- ανέφερα μερικούς σπουδαίους Αμερικανούς, μεταξύ των οποίων ο Στρατηγός Robert E. Lee, ο Charles Lindbergh και ο Ernest Hemingway. Περιττό να πω, αν κάποιος ανέφερε αυτά τα ονόματα σήμερα στην αμερικανική αρθρογραφία ή τολμούσε να τα φέρει σε ένα ενημερωτικό πρόγραμμα θα ξεσπούσε κόλαση και ο αρθρογράφος άμεσα θα γινόταν ανεπιθύμητος. Η κυριαρχούμενη από την αριστερά, μηδενιστική λαϊκή κουλτούρα του σήμερα και το ακαδημαϊκό κατεστημένο που υποστηρίζονται από τα γελοία, κατεστημένα ΜΜΕ μετέτρεψαν αυτό το κάποτε σπουδαίο έθνος σε ένα όπου κυριαρχούν οι ταυτοτικές πολιτικές ατζέντες και η «άδικη μεταχείριση». Η κοινή λογική αντικαταστάθηκε από τρελές θεωρίες σχετικά με υποσυνείδητες προκαταλήψεις και η προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι η καθημερινή φρενίτιδα.
Ως εκ τούτου, με εξέπληξε ευχάριστα όταν το τηλεοπτικό δίκτυο PBS ανακοίνωσε ότι θα μεταδώσει ένα εξάωρο ντοκιμαντέρ, σε τρία διαφορετικά βράδια του Ken Burns και της Lynn Novick για τον Papa Hemingway, κάτι που εντελώς προβλέψιμα οι NY Times αποκάλεσαν «ανατρεπτικό». Οι Burns και Novick έχουν δημιουργήσει σειρές για το μπέιζμπολ και το Βιετνάμ, χωρίς να αναφέρω τον Εμφύλιο Πόλεμο των ΗΠΑ, οπότε δεν ανησύχησα και όταν η φυλλάδα ρώτησε: «Γιατί τώρα;». Και εγώ λέω γιατί όχι τώρα. Όταν η αρρενωπότητα, ο πατριωτισμός, το θάρρος και η όμορφη και εύχαρις γραφή δέχονται επίθεση από στείρα, αδρανή και ασέξουαλ φρικιά που παρουσιάζονται ως φύλακες του παιχνιδιού της πολιτικής ορθότητας.
Ο Hemingway ήταν για την αμερικανική, στην ουσία της, πεζογραφία ό,τι ισχυρίστηκε ότι ήταν ο Mark Twain για την αμερικανική λογοτεχνία: Ο πατέρας της. Ούτε οι εκφυλισμένοι του σήμερα μπορούν να αρνηθούν ότι ανακάλυψε το στυλ της καθαρής, διαυγούς γραφής για να ταιριάξει με το δημιούργημά του, τού γεμάτου αυτοπεποίθηση άνδρα , κάτι που εκ πρώτης με τράβηξε σε αυτόν. Η ανδρική του υπερηφάνεια είναι υποτιμημένη στον τωρινό εκθηλυμένο κόσμο, και ήταν τόσο γενναίος όσο κανείς, αφού τραυματίστηκε σοβαρά στην ηλικία των 18 ετών και βρέθηκε κάτω από πυρά τόσο στους δύο παγκόσμιους πολέμους όσο και στον ισπανικό εμφύλιο.
Πρώτη φορά τον είδα να περπατά κορδωμένος στη Fifth Avenue το 1954, όταν επέστρεψα σπίτι για διακοπές από το σχολείο που ήμουν εσωτερικός. Τον ακολούθησα και προς ευχαρίστησή μου μπήκε στο El Borracho, ένα εστιατόριο εκτός της Fifth Avenue που οι γονείς μου με πήγαιναν συχνά. Ήταν σχεδόν άδειο και κάθισε στο μπαρ. Τον πλησίασα, του συστήθηκα ως μεγάλος φαν του, τού είπα για το σχολείο μου και μου προσέφερε ποτά. Ήπια τρία ποτήρια ουίσκι sours και μέθυσα τελείως. Ο μπάρμαν δεν τολμούσε να του το αρνηθεί παρόλο που ήμουν ανήλικος. Συζητήσαμε για «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο» και «The Sun Also Rises». Έπειτα, ζήτησε ξαφνικά τον λογαριασμό, με χτύπησε στον ώμο και έφυγε. Περπατούσα στη Fifth Avenue όπου και ζούσα, και θυμάμαι το σοκ της μητέρας μου όταν με είδε μεθυσμένο στις 3 το μεσημέρι. Δεν ήταν φαν της Αμερικής και δεν είχε εξοικειωθεί με τις συνήθειές της. Την επόμενη ημέρα πήγα στο Dunhill Tailors και παρήγγειλα ένα καφέ tweed κοστούμι σαν αυτό που φορούσε ο Papa. ( Με φαγούριζε τόσο πολύ). Τρεις ημέρες αργότερα το όνειρο είχε τελειώσει. Η New York Post αποκάλυψε τον “νέο καλύτερό μου φίλο” ως την απόλυτη απάτη. Ο πραγματικός Papa ήταν στη Βενετία. Να πω πως ήμουν λυπημένος και απογοητευμένος θα ήταν αδύνατο να περιγράψει την πραγματικότητα.
Το νέο ντοκιμαντέρ δεν έχει αυτή τη γοητευτική και νοσταλγική πατίνα που χρωματίζει το κείμενο. Αλλά απεικονίζει στον θεατή το πώς η λογοτεχνία διαμορφώθηκε και εξακολουθεί να διαμορφώνεται από τον σύντομο και με μεγάλη σαφήνεια τρόπο γραφής του Hemingway. «Ξέντυσε» τον ροδαλό τρόπο γραφής, ας πούμε, των Henry James και Edith Wharton, ενσταλάζοντας τον με την «macho» αρρενωπότητα του, με τη δύναμη της πένας του. Και η λυρική ομορφιά της γραφής του, μετέτρεψε εκατομμύρια αναγνώστες σε μικρούς Hemingways, αντιγράφοντας το στιλ του στη συζήτηση και στη γραφή. Τέλος, ήταν αυτός που καθιέρωσε τον αέναο μύθο του άνδρα.
Διαβάζοντας το περιοδικό Chronicles του προηγούμενου μήνα, παρατήρησα τις αντιρρήσεις μερικών αναγνωστών όσον αφορά τον αληθινό και ψευδή συντηρητισμό και την απάντηση των συντακτών. Ο Hemingway δεν θεωρούνταν συντηρητικός στην εποχή του αλλά η αρρενωπότητα, η ειλικρίνεια, το θάρρος μπροστά στον κίνδυνο, ο πατριωτισμός και η αγάπη για τη χώρα του είναι συντηρητικά χαρακτηριστικά και τα είχε όλα. Η επανεκτίμηση θρυλικών προσωπικοτήτων είναι κάτι συνηθισμένο στις ημέρες μας και ο Hemingway είναι οτιδήποτε μισεί και φοβάται η Αριστερά. Αυτό και μόνο στην καταγραφή μου τον καθιστά ένα Μεγάλο συντηρητικό. Όπως και οι Norman Mailer, Irwin Shaw και James Jones, έτσι και ο Papa είχε ζήσει από κοντά τον πόλεμο και αυτό είναι που τον ξεχωρίζει απ’ αυτά τα στείρα πλάσματα που περνιούνται για συγγραφείς σήμερα. Ήταν έξυπνος αλλά και γενναίος, κάτι πολύ μακρινό, για παράδειγμα, από τον Proust.
O Charles Scribner ο 3ος, εγγονός του εκδότη του Hemingway, δήλωσε ότι ο F. Scott Fitzgerald ήταν ο Strauss. Ο Hemingway αντίθετα, ο Stravinsky. Ο κοφτός τρόπος γραφής του και η τονικότητά του, ήταν από μόνα τους κάτι μοντέρνο. Θυμάμαι πολύ καλά να κάθομαι στον κήπο του σπιτιού της θείας μου, στην Αθήνα το 1961, διαβάζοντας τις νεκρολογίες. Δεν ήθελα τίποτα περισσότερο στη ζωή μου από το να γίνω ένας συγγραφέας σαν αυτόν- μια ανεκπλήρωτη επιθυμία αλλά και ένας στόχος που διαμόρφωσε τη ζωή μου. O Papa τότε δεν «κυνηγούσε» τον κίνδυνο αλλά όμορφες γυναίκες, έπινε σαν ένας Καραμαζόφ και επέμενε χωρίς παράπονο παρά την αρνητική κριτική. Τα τραύματα στο κεφάλι του, μετά από έναν αριθμό ατυχημάτων, ήταν αυτά που τον εξουθένωσαν. Δεν θα έπρεπε να παρακολουθήσω το τέλος αλλά το έκανα. Ελπίζω ότι η τωρινή κοινωνία το παρακολούθησε και αυτή και θα προσπαθήσει να μείνει ασφαλής στις πάνες της.