Ave, Godard (1930-2022)

του Χρήστου Ζαμπούνη

Ο διοπτροφόρος κύριος με την ελαφρώς κυρτωμένη πλάτη, που πίνει τον καφέ του μόνος στο μπαρ του ξενοδοχείου Majestic, είναι ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ (1930-2022). Είμαστε στο σωτήριον έτος 1987 και ο Γαλλοελβετός σκηνοθέτης έχει έλθει να παρουσιάσει τη νέα του ταινία, «King Lear», στο Φεστιβάλ των Καννών. Η Κυανή Ακτή τον Μάιο είναι η αλληγορία της επιθυμίας.

Η ιστορία της ακροβατεί ανάμεσα στη μέθη και τη νοσταλγία, σε γιορτές και κατακτήσεις, έντονες ερωτικές νύχτες και τη ματαιότητα της ηδονής. «Γνωρίζεις ποιος είναι ο κύριος απέναντι;» ρωτώ τη συνοδό μου, ονόματι Αλμπέρτα Ρίο, επαγγελματίας στάρλετ. «Όχι, ποιος είναι;» λέει αδιάφορα, στρέφοντας αίφνης το βλέμμα της προς την κατεύθυνση ενός σμήνους φωτογράφων που ακολουθεί τον Σιλβέστερ Σταλόνε. «Έχεις δει την “Περιφρόνηση”;» προσπαθώ να κερδίσω την προσοχή της μέσω Βλαδιβοστόκ. «Περιφρόνηση…» επαναλαμβάνει ξέπνοα. «Με την Μπριζίτ Μπαρντό και τον Μισέλ Πικολί;» επανέρχομαι μάλλον χωρίς επιτυχία, διότι η Αλμπέρτα δεν είχε γεννηθεί όταν πρωτοπαίχτηκε η ταινία.

Νιώθοντας την ανάγκη να θέσω τέλος στον διάλογο κωφών, αποφασίζω να κάνω θεαματική έξοδο. Με την αυθάδεια της νιότης και την αυτοπεποίθηση της άγνοιας, εγείρομαι από το κάθισμά μου και πλησιάζω τον Γκοντάρ. Παρουσιάζομαι πλήρως. Με το άκουσμα της λέξης «Grec» (Έλλην), το αριστερό του φρύδι ανασηκώνεται. Η θρασύτης μου δεν έχει όρια. Καλώ την Αλμπέρτα να έρθει κοντά μας. Ζητώ από τον Γκοντάρ, εάν μπορώ, να τους βγάλω μια φωτογραφία μαζί. Η συνέχεια θα είναι κινηματογραφική. Η Αλμπέρτα θα παίξει σ’ έναν μικρό ρόλο στην επόμενη ταινία του σκηνοθέτη, χωρίς φευ περαιτέρω συνέχεια στην καριέρα της.

Τριάντα χρόνια αργότερα, ο Γκοντάρ θα επιδείξει ασυνήθιστο φιλελληνισμό, αρνούμενος να παραστεί στην παρουσίαση στις Κάννες της ταινίας του «Film Socialisme», στην κατηγορία «Un Certain Regard», εξ αφορμής της ελληνικής κρίσεως. «Στους Έλληνες οφείλουμε την λογική σκέψη. Ο Αριστοτέλης ήταν αυτός που διατύπωσε τη σημασία της λέξης «συνεπώς», ή «άρα», που χρησιμοποιούμε όποτε βγάζουμε κάποιο λογικό συμπέρασμα.

Εάν πληρώναμε 10 ευρώ στην Ελλάδα κάθε φορά που χρησιμοποιούσαμε τη λέξη άρα, η κρίση θα είχε τελειώσει και οι Έλληνες δεν θα ήσαν υποχρεωμένοι να πουλήσουν τον Παρθενώνα στους Γερμανούς», δήλωσε σχετικώς στον Guardian, υπενθυμίζοντας πόσα οφείλει η Δύση στο ελληνικό πνεύμα και ειδικότερα σε μία από τις σπουδαιότερες ανακαλύψεις του, τη λογική. Αλλά και η 7η τέχνη οφείλει τα μέγιστα στον «Πικάσο του σινεμά», όπως χαρακτηρίσθηκε ο Γκοντάρ. Η παρομοίωση δεν είναι υπερβολική. Αφού κατέστρεψε τις κλασικές φόρμες που ομολογουμένως κατέχει στην εντέλεια, κατάφερε να δημιουργήσει καινούργιες, επιβάλλοντας τον κινηματογράφο ως ενήλικη τέχνη.

Οι ταινίες του, που είναι ερωτήματα πάνω στην κατάσταση του σινεμά, της κοινωνίας, της ανθρώπινης συμπεριφοράς, δεν παύουν να μας συγκινούν με το σασπένς, τον λυρισμό και την πνευματικότητά τους. Εάν επιχειρούσαμε να συνοψίσουμε σε μία φράση την ιδιοφυΐα του Γκοντάρ, αυτή θα ήταν: «Ένα φυσιολογικό σινεμά μέσα από αφύσικα φιλμ». Σε όσους δε τον κατηγορούν ότι είναι περιθωριακός, έχει έτοιμο αφορισμό: «Τα περιθώρια κρατούν ενωμένες τις σελίδες».

 

Popular
Recent
About Men