Casta Diva

Μαρία Κάλλας: Η κρυφή ζωή της

Ποια ήταν αυτή η ψυχικά ταλαιπωρημένη και κακοποιημένη γυναίκα που κρυβόταν πίσω από τη μάσκα της λάμψης πάνω στη σκηνή της Σκάλας του Μιλάνου, προκαλώντας ρίγη σε χιλιάδες θεατές και στοιχειώνοντας για πάντα με τη φωνή της τις μεγαλύτερες ηχογραφήσεις στην ιστορία της όπερας; Μέσα από ανέκδοτο και μέχρι τώρα άγνωστο υλικό, η Lyndsy Spence σκιαγραφεί ένα τρυφερό όσο και τραγικό πορτραίτο της μεγαλύτερης ντίβας της κλασικής μουσικής της Μαρίας Κάλλας.

Το MANCODE παρουσιάζει αποκλειστικά μια, χαρακτηριστικού ύφους, προδημοσίευση από το βιβλίο «Casta Diva -Μαρία Κάλλας: Η κρυφή ζωή της» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ.

«Στις 4 Αυγούστου οι Μοίρες πήραν το πάνω χέρι, όταν, τις πρώτες πρωινές ώρες, η «Χριστίνα» έδεσε στη γενέτειρα του Ωνάση, τη Σμύρνη. Όπως οι πρόγονοι της Μαρίας από την πλευρά της μητέρας της, κι η δική του οικογένεια ήταν Έλληνες ορθόδοξοι που για πολλές γενιές είχαν ζήσει στην Τουρκία και είχαν τουρκική υπηκοότητα. Της μίλησε για τη νύχτα εκείνη του 1922, στη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού πολέμου, όταν η φωτιά που έβαλαν οι Τούρκοι στο λιμάνι της Σμύρνης κατέστρεψε τις αποθήκες καπνού του πατέρα του, και μαζί τους όλη την οικογενειακή περιουσία. Πολλά μέλη της οικογένειάς του χάθηκαν και ο ίδιος θυμόταν την εικόνα των πτωμάτων που επέπλεαν στο λιμάνι, αντρών που είχαν εκτελεστεί βάρβαρα στον δρόμο ( ανάμεσά τους και ο αγαπημένος του θείος, ο Αλέξανδρος) και γυναικών που τις είχαν σύρει έξω από τα σπίτια τους και τις είχαν βιάσει. Η μητριά του και οι αδελφές του δραπέτευσαν και έφτασαν στη Λέσβο, ενώ τον πατέρα του τον συνέλαβαν οι Τούρκοι, και παρά τρίχα γλίτωσε την ποινή του θανάτου.

Πρόσφυγας πλέον, o Ωνάσης κατέπλευσε στο Μπουένος Άιρες και βρήκε δουλειά σε μια τηλεφωνική εταιρεία, ενώ υπενοικίαζε το κρεβάτι του για να κερδίζει λίγα παραπάνω χρήματα. Τα χρήματα που έβγαλε τα επένδυσε στο εμπόριο αγγλο-αργεντίνικου καπνού, δημιουργώντας δύο μάρκες τσιγάρων, τα Primeros και τα Osman, οι οποίες τον έκαναν εκατομμυριούχο στην ηλικία των είκοσι πέντε ετών. Αγόρασε τάνκερ (η αξία των οποίων είχε μειωθεί μετά το Κραχ του 1929) και ίδρυσε την πρώτη ναυτιλιακή εμπορική εταιρεία της Αργεντινής, την Astilleros Onassis, μέσω της οποίας μετέφερε ηρωίνη κρυμμένη μέσα σε κιβώτια με καπνό.

Πάντα μιλώντας στα ελληνικά, ώστε να μην καταλαβαίνουν οι άλλοι, είπε στη Μαρία για τις κατακτήσεις του. Μαθητής ακόμα, είχε αποπλανήσει τη Γαλλίδα καθηγήτριά του και τη γυναίκα που έκανε την μπουγάδα στο σπίτι τους, και, ίσως για να καυχηθεί, περιέλαβε και τη σύζυγο ενός φίλου του πατέρα του. Της περιέγραψε τα μπρούντζινα κρεβάτια στα μπορντέλα του Ντεμιρί Γιολού, και η Μαρία κοκκίνισε όταν της εκμυστηρεύτηκε ότι το αγαπημένο του άρωμα ήταν ο μόσχος και το Talk Pudrasi (πούδρα ταλκ), που του ξυπνούσαν αναμνήσεις από εκείνο τον καιρό. Συνέχισε τη συζήτηση στα αγγλικά και, τέσσερις ώρες αργότερα, κολυμπούσαν στη θάλασσα.

Στην καμπίνα τους, η Μαρία και ο Τίτα διαφώνησαν για τις μελλοντικές δεσμεύσεις της, και εκείνη όρμηξε έξω. Περπατώντας πάνω κάτω στο κατάστρωμα, βρήκε τον Ωνάση ακουμπισμένο στην κουπαστή της πρύμνης. Στάθηκαν εκεί, σιωπηλοί, καθώς η στεριά απομακρυνόταν από τα μάτια τους. Μίλησε πρώτος εκείνος και της είπε πως στα έξι του χρόνια έχασε τη μητέρα του· αν είχε ζήσει, αναρωτήθηκε, θα ήταν άραγε η ζωή του διαφορετική; Συνεχίζοντας την ανταλλαγή εκμυστηρεύσεων, συζήτησαν για το ότι και οι δύο δεν είχαν ρίζες σε κάποιον τόπο, και η Μαρία είπε ότι θεωρούσε και αυτόν και τον εαυτό της θύματα των περιστάσεων. Πάνω απ’ όλα, της απάντησε εκείνος, θαύμαζε το ψυχικό της σθένος.»

Popular
Recent
About Men