του Χρήστου Ζαμπούνη
Από τον Λουδοβίκο ΙΔ’ έως τον Αλέξη Τσίπρα, μικρή ιστορία του εμβλήματος της ανδρικής κομψότητος.
Ο Τριακονταετής Πόλεμος (1618-1648) φαίνεται ότι αποτελεί την αφετηρία της ευρείας διαδόσεως της γραβάτας. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, όταν το σύνταγμα των Κροατών που πολέμησε στο πλευρό των Γάλλων παρουσιάσθηκε στον Roi Soleil για να τους τιμήσει, εκείνος εντυπωσιάσθηκε τόσο πολύ από το κομμάτι υφάσματος που ήταν δεμένο γύρω από τον λαιμό τους, ώστε διέταξε να το υιοθετήσει και ο δικός του στρατός. Όθεν προέρχεται και η λέξις γραβάτα, παραφθορά του κροάτ, κροβάτ, κραβάτ.
Όπως οι περισσότερες μόδες που εισήγαγε ο Λουδοβίκος ΙΔ’, η μόδα του λαιμοδέτη ταξίδεψε στην υπόλοιπη Ευρώπη και διέσχισε το Στενό της Μάγχης. Εκεί, γνώρισε το απόγειό της πριν την Βικτωριανή εποχή. Κεντρική φιγούρα του κινήματος του Δανδισμού είναι ο Ωραίος Μπρούμελλ (Beau Brumell). Στα χρονικά έχει μείνει η κάτωθι φράσις του: «Η γραβάτα, όπως πρέπει, αποτελεί την πρώτη μου φροντίδα. Κάθε πρωΐ, μου παίρνει αρκετές ώρες για να την δέσω, ώστε να φαίνεται ότι την έδεσα βιαστικά». Γενικώς και ειδικώς, τον 18ο αιώνα και τον 19ο αιώνα, το Λονδίνο έχει χρισθεί πρωτεύουσα της ανδρικής μόδας. Ο βασιλεύς Γεώργιος Δ’ φιλονίκησε με τον προστατευόμενό του Μπρούμελλ, για το ποίου χρώματος γραβάτα είναι κατάλληλη για την βραδυνή έξοδο, η λευκή ή η μαύρη, επιβάλλοντας τελικώς την γνώμη του (σ.σ.: η μαύρη).
Ο δούκας του Windsor από την πλευρά του, ίσως από τους πιο κομψούς άνδρες της σύγχρονης Ιστορίας, έδωσε το όνομά του σε έναν κόμπο, όχι οικεία θελήσει. «Αν αγαπάτε ακόμη τις γραβάτες επιτρέψτε μου να σας δώσω μία συμβουλή: μην κάνετε πλέον τον κόμπο Windsor, με μιμήθηκαν πολύ άσχημα», συνήθιζε να λέει. Η οικουμενική χρήσις της γραβάτας απειλήθη πλειστάκις, τόσο κατά την διάρκεια της Γαλλικής Επαναστάσεως όσο και της Αμερικανικής. Περιέργως πώς, κάτι τέτοιο δεν συνέβη με την Ρωσική Επανάσταση, εάν κρίνουμε από τις φωτογραφίες του ηγέτη της Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν. Στην Ελλάδα, η αμφισβήτησις του λαιμοδέτη ξεκίνησε στα βουνά, από τους αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ., και πήρε μία πιο συντεταγμένη μορφή όταν ο Αλέξης Τσίπρας εξελέγη πρωθυπουργός. Τότε συνέβη το εξής σουρεαλιστικό: ενώ ο αριστερός πολιτικός εκήρυξε ανένδοτο κατά της γραβάτας, ακολουθώντας τις συμβουλές του ενδυματολόγου του προέκρινε ένα άλλο ανδρικό αξεσουάρ, την pochette, το μαντηλάκι στην τσέπη του σακακιού.
Η αποκήρυξις του συμβόλου της μπουρζουαζίας –φευ!– διήρκησε μόνον 5,5 χρόνια, με την τάξη να αποκαθίσταται το 2019, όταν η «Πρώτη φορά Αριστερά» απώλεσε την εξουσία. Εικόνες όπως του αλήστου μνήμης υπουργού Οικονομικών να πηγαίνει να επισκεφθεί τον υπουργό του στο Λονδίνο, sans cravate, με τα χέρια στις τσέπες του δερμάτινου πανωφοριού του ή υπουργών του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. να αναμένουν παρατεταγμένοι τον Μπαράκ Ομπάμα εμπρός από το Προεδρικό Μέγαρο αλλοπροσάλλως ενδεδυμένοι, αποτελούν, πλέον, κομμάτι του παρελθόντος. Ερωτήματα όπως, «μα, αφού πληρώνει πανάκριβα υποδήματα και πηγαίνει σε ράφτη, γιατί τον πείραξε η γραβάτα», δέον να απασχολήσουν τους ιστορικούς του μέλλοντος.
Επί του πρακτέου τώρα. Η γραβάτα έχει αντέξει σε όλες τις επιθέσεις και παραμένει ένα σύμβολο κομψότητος και επισημότητος που παραδέχονται άπαντες – ακόμη και ο πρώην «φίλος» μας, ο ηγέτης της Βενεζουέλας Νικολά Μαδούρο. Με περίπου 85 διαφορετικούς κόμπους δεσίματος και δεκάδες σχέδια, από τα πλέον φανταιζί έως τα άκρως συντηρητικά, θα ορίζει τον σύγχρονο gentleman που ισορροπεί ανάμεσα στην ελευθερία και την υπευθυνότητα.
Υ.Γ. Παρ’ ολίγον θα ξεχνούσαμε το ζιβάγκο του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά αυτό, όταν χρειάσθηκε να συναντήσει τους ηγέτες της Ευρώπης υπό την ιδιότητα του πρωθυπουργού, επανατοποθετήθη στην θέση του, δηλαδή στην ροζ ντουλάπα της επαύλεως της Εκάλης.
Illustration: Dimarelos