του sir Taki Theodoracopulos
Βρίσκω τις περισσότερες ταινίες των ημερών μας το ίδιο διασκεδαστικές όσο και μια μακρά ιστορία ορθοδοντικής, αλλά μετά σκέφτομαι ότι είμαι κακομαθημένος έχοντας παρακολουθήσει ασπρόμαυρες ταινίες-διαμάντια όπως τα «From Here to Eternity», «The Asphalt Jungle» και το«Our Man Godfrey». Όταν κυκλοφόρησε το «Δρόμοι της Φωτιάς» πριν από σαράντα χρόνια, ενθουσιάστηκα πολύ. Ο θείος μου είχε αγωνιστεί και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1932 και του 1936 στα εμπόδια και ο πατέρας μου ήταν στην ομάδα της σκυταλοδρομίας. Ο στίβος τότε ήταν μόνο για ερασιτέχνες, και όπως συνέβη και στην περίπτωση του σπουδαίου Jim Thorpe, οποιοσδήποτε που πληρωνόταν έστω και ένα δολάριο για να συμμετάσχει σε ένα άθλημα εντός και εκτός Ολυμπιακών αγώνων, ήταν υποχρεωμένος να επιστρέψει το μετάλλιο πίσω. Το «Δρόμοι της Φωτιάς» απεικόνισε τη θέληση και την αγνότητα του ερασιτέχνη αθλητή που αγωνίζεται τιμητικά για τη δόξα και θα προτιμούσε να πεθάνει παρά να «κλέψει». Κάτι που με φέρνει στην τελευταία ταινία που σκηνοθέτησε ο φίλος μου Michael Mailer, στην πρεμιέρα του οποίου βρέθηκα την προηγούμενη εβδομάδα στη Νέα Υόρκη.
Εν συντομία, είναι οι «Δρόμοι της Φωτιάς» στο νερό. Η ταινία «Heart of Champions» βασίστηκε σε μια πραγματική ιστορία που έλαβε μέρος το 1936. Εννέα αγόρια της εργατικής τάξης στα βορειοδυτικά της Αμερικής αποφάσισαν να προκαλέσουν τα πληρώματα κωπηλασίας της ανώτερης τάξης, από το Harvard, το Yale και το Princeton, σε έναν αγώνα για το ποιος θα εκπροσωπήσει τις ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936. Προς έκπληξη όλων, κατάφεραν να κερδίσουν, να πάνε στο Βερολίνο και να κερδίσουν ξανά, νικώντας την Ιταλία και τη Γερμανία στον τελικό. Φαινομενικά, ακόμη και ο Führer εντυπωσιάστηκε όταν έμαθε για το background τους. Υπάρχουν βιβλία (όπως το «Boys in the Boat») και ντοκιμαντέρ γι’ αυτό το γεγονός.
Η ταινία του Michael δεν έχει να κάνει καθόλου μ’ αυτό το γεγονός, τοποθετείται χρονικά στο 1999 και αφορά μια πλασματική μάχη ενός πανεπιστημίου ενάντια στο Harvard και άλλων σπουδαίων πανεπιστημίων. Ο πρωταγωνιστής είναι ο σπουδαίος ηθοποιός Michael Shannon, που δίνει μια σπουδαία ερμηνεία ως βετεράνος του Βιετνάμ προπονητής που καταλαβαίνει την ομάδα του καλύτερα από τον κάθε Freud. O Michael ξετυλίγει το μυστήριο ορισμένων χαρακτήρων κατά τη διάρκεια της ταινίας. Κάποιος πλέον δεν μπορεί να το κάνει αυτό στην εποχή των social media καθώς χρειάζεται μόλις λίγα λεπτά στο διαδίκτυο για να μάθει ό,τι χρειάζεται για κάποιον άλλο. Τα social media πάνε κόντρα στο μυστήριο και κατ’ επέκταση στην τέχνη και τη δημιουργία αυτής.
Σας παραθέτω λόγια του σκηνοθέτη που μου μίλησε για την ταινία: «Οι αξίες που προβάλλονται στην ταινία -θυσία, ομαδικότητα, αλτρουισμός και ηγεσία- σήμαιναν περισσότερα τότε απ’ ότι σήμερα». Ο Michael ήθελε επίσης να αφηγηθεί μια ιστορία σε μια εποχή που ήταν φυσιολογικό να πλακωθείς για μια γυναίκα χωρίς να το συμβάν να χαρακτηριστεί ως εκδήλωση τοξικής αρρενωπότητας. Εδώ θα βάλω μια παρένθεση. Την προηγούμενη εβδομάδα στο Λονδίνο ήπια ένα ποτό με ήρωες σε μια άγνωστη τοποθεσία. Δεν είμαι μυστηριώδης αλλά ακολουθώ τους κανόνες τους. Ίσως λίγοι αναγνώστες καταλάβουν τι εννοώ. Δεν είμαι ντροπαλός, απλά υπερήφανος που γνώρισα ό, τι καλύτερο έχει να προσφέρει η Βρετανία. Τώρα πίσω στην ταινία.
Το Harvard είναι, ας πούμε, ο κακός της ταινίας. Ο Michael Mailer είναι απόφοιτος του Harvard και δεν τρέφει μεγάλη εκτίμηση για το πανεπιστήμιο (Νομίζω ότι μέρος βρωμάει). Αλλά αν δεν είχε πάει στο Harvard, δεν θα είχε κάνει ποτέ την ταινία. Η κωπηλασία σε αυτό το βρωμερό μέρος δεν είναι απλά ένα σπορ αλλά θρησκεία. Όποιος δεν ήταν το ίδιο άσχημος ή «φυτό» όπως ο Mark Zuckerberg μπήκε στην ομάδα των «νεοσύλλεκτων». Δίχως να παίζει ρόλο το πόσο κοντοί, αδύναμοι ή χοντροί ήταν, το πόσο αθλητικοί ή άγαρμποι, οι πρωτοετείς φοιτητές κωπηλατούσαν σαν μην υπάρχει αύριο. ΟMichael όμως όχι. Έπαιζε μποξ, έγινε ο αρχηγός της ομάδας μποξ, πέρασε στους τελικούς «Golden Gloves» όπου έχασε από μια αμφιλεγόμενη απόφαση μετά από έναν αδιάκοπο και βίαιο αγώνα. Ω ναι! Και κάτι ακόμη: Οι ομάδες πρέπει να ξυπνούν στις 5 το πρωί και να πιάνουν τα κουπιά. ΟMichael ποθούσε τις γυναίκες και τις κυνηγούσε, και σε αντίθεση με τον Zuckerberg τις είχε σε αφθονία. Έπινε επίσης scorpion bowl (=είδος ποτού) στο Hong Kong στην πλατεία Harvard, ήταν πολύ καλός φοιτητής, είχε χρόνο να δει τον πατέρα του, Norman, όταν ο σπουδαίος συγγραφέας ήρθε στο ρινγκ για να του τα «ψάλει». (Κατεβάζεις το αριστερό σου χέρι προτού δώσεις δεξί κροσέ και ο Πτολεμαίος δεν ήταν κάποτε μόνο Φαραώ αλλά και αστρονόμος).
Έτσι, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε η ταινία, δόθηκε η ευκαιρία στον Michael Mailer να τη σκηνοθετήσει και αυτός την άρπαξε. Δεν θέλω να σας κάνω spoiler, αλλά το Harvard χάνει στο τέλος, τουλάχιστον αυτό νομίζω καθώς καθόμουν δίπλα στον Arki Busson στην πρεμιέρα και μόλις είχε πει ένα πετυχημένο αστείο για μια όμορφη γυναίκα που ήταν προσκολλημένη στην ταινία. Ακολούθησε ένα πάρτι στο σπίτι μου, και εντελώς τυχαία το παρακάναμε. Αλλά ήταν Πέμπτη βράδυ και δεν είχα να πετάξω για το Λονδίνο μέχρι τη Δευτέρα, οπότε το άφησα να παρεκτραπεί. Εμπνεύστηκα από την ταινία. Οι Αμερικανοί ρεβιζιονιστές φαίνεται να πιστεύουν ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να απωλέσουν την ιστορία, τα έθιμα, τους ήρωες και τις ελευθερίες τους σε μια αυτόκλητη ελίτ. Θα σου έλεγα στο διάολο, δεν αξίζεις ούτε για φτύσιμο, και σαν μεταμφιεσμένος κομμουνιστής που είσαι, θα καταλήξεις στα σκουπίδια της ιστορίας. Αντιθέτως, κάνε ότι έκανα εγώ, πήγαινε να δεις την ταινία και ρίξε μια δυνατή γροθιά, κατά προτίμηση στο στόμα, στον επόμενο που θα σε «ακυρώνει».