του sir Taki Theodoracopulos
Θυμάται μήπως κάποιος από ‘σας την περίοδο που όλα τα καλά λάμβαναν μέρος σε βεράντες ή υπαίθρια καφέ; Προτού όλοι πέσουν με τα μούτρα στα λάπτοπ, τα κινητά τηλέφωνα και το Twitter; Όταν νέες ευκαιρίες προέκυπταν παντού στους δρόμους όπως και η πιθανότητα να συναντήσεις νέους ανθρώπους; Λοιπόν, όλα αυτά πάνε τώρα, χάρη σε μερικούς άσχημους τύπους με ονόματα όπως Dorsey και Zuckerberg, αλλά εμείς είμαστε αυτοί που υιοθετούμε αυτές τις άχρηστες ανακαλύψεις τους και ζούμε μ’ αυτές λες και είναι η «Επί του όρους Ομιλία». Οι κοινωνικές συνέπειες είναι καταστροφικές -οι νέοι κάνουν θορύβους αντί να αρθρώνουν λέξεις- κι αν η Κασσάνδρα υπήρχε πριν από 20 χρόνια, θα μας είχε προειδοποιήσει για τις εταιρείες τεχνολογίας που έχουν τη δύναμη να αλλάξουν τον τρόπο ζωής μας.
Δεν πειράζει. Ό,τι έγινε, έγινε και υπάρχουν πάντα καλά βιβλία για να μας υπενθυμίζουν πώς ήταν ο κόσμος προτού αναλάβουν τύποι όπως ο Bezos. Ο φίλος μου Leopold Bismarck μου πασάρει πάντα βιβλία που με κάνουν να θέλω να πυροβολήσω οποιονδήποτε και όλους από τη Silicon Valley. Βρήκε ακόμη και ένα του Hemingway που δεν είχα διαβάσει, το οποίο είναι σαν να ανακαλύπτω την όμορφη κόρη ενός αγρότη όσο έψαχνα για μια βελόνα μέσα στα άχυρα. Το τελευταίο δώρο του Bolle ήταν ένα βιβλίο-ημερολόγιο, γραμμένο από τον ξάδερφό του, Hans-George von Studnitz, έναν διπλωμάτη που επέζησε από τους τρομακτικούς βομβαρδισμούς στο Βερολίνο- τόσο η έδρα του στη χώρα όσο και το σπίτι του καταστράφηκαν ολοσχερώς- και εξιστορεί τα βασικά γεγονότα του πολέμου από το 1943 μέχρι το τέλος του. Αυτό που προκύπτει στο ημερολόγιο είναι η ολοκληρωτική καταστροφή και ο θάνατος ανθρώπων από τις επιθέσεις βομβαρδισμών των συμμάχων, αλλά και η αξιοπρέπεια των πολιτών του Βερολίνου μπροστά στην καταστροφή. Αλλά αυτό που κάνει το έργο του να ακτινοβολεί είναι το πορτρέτο της ανώτερης τάξης της οποίας ο ίδιος ως ευγενής συναναστρεφόταν συχνά. Και συγκεκριμένα μια λαμπερή πολωνική βραδιά στο σπίτι του Κόμη Ciano, που ήταν γαμπρός του Mussolini και Υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας.
Ο Galeazzo Ciano ήταν ένας ακούραστος γυναικάς, του οποίου οι τέλειοι τρόποι ταίριαζαν με το ταλέντο του στο αδύναμο φύλο. Η Edda Mussolini, η αγαπημένη κόρη του Benito και η πιο εμφανίσιμη στην οικογένεια, τον ερωτεύτηκε σφόδρα με την πρώτη ματιά. O Galeazzo ήταν λίγο παχύς, με τα ιταλικά πρότυπα, αλλά δεν ήταν ένας “αρωματισμένος” υπερόπτης, όπως του απέδιδαν οι εχθροί του. Εκτελέστηκε από τον Mussolini επειδή πίεζε για την υπογραφή ειρήνης με τους Συμμάχους, ο Ciano πέθανε σαν άνδρας. Ήταν εναντίον του Hitler από την πρώτη στιγμή.
Ο Ιταλός σχεδιαστής μόδας Emilio Pucci.
Λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, ο Ciano και η γυναίκα του επισκέφθηκαν τη Βαρσοβία, όπου ένας Πολωνός Συνταγματάρχης ρώτησε το ζευγάρι εάν θα δειπνούσαν μαζί του μέσα στο χάος του στρατοπέδου. Μετά το δείπνο, ο Συνταγματάρχης ρώτησε την Κόμισσα Ciano εάν ήθελε να χορέψει. Όταν είπε ναι, άνοιξαν οι κουρτίνες και εμφανίστηκε ένα jazz συγκρότημα και 18 Πολωνοί αξιωματικοί με στολή. Μόλις το συγκρότημα ξεκίνησε να παίζει, οι 18 Πολωνοί αξιωματικοί υποκλίθηκαν μπροστά της και ταυτόχρονα τη ζήτησαν για χορό. Η Edda τότε σηκώθηκε και χόρεψε με όλους. Το χαρακτήρισε το πιο ρομαντικό και τολμηρό βράδυ που είχε στη ζωή της. Αφήστε το στους Πολωνούς και θα τα καταφέρουν.
Μετά τον θάνατο του Ciano, οι σκληροπυρηνικοί φασίστες και οι Ναζί ανυπομονούσαν να πάρουν στα χέρια τους τα ημερολόγια που κρατούσε η Edda. Ο ερωμένος της, γενναίος και ευγενής πιλότος Emilio Pucci, την οδήγησε μέσα από τα χιόνια πάνω από τη Cervinia στην Ελβετία, με τα ημερολόγια άθικτα. Η Edda πέθανε σε μεγάλη ηλικία, όπως και ο μικρότερος αδερφός της Romano. O Emilio Pucci έγινε φίλος μου το 1958 στο Gstaad, όπου κάναμε μαζί σκι, πηγαίναμε σε πάρτι και μιλούσαμε για σκάφη. Ο Emilio μέχρι τότε είχε γίνει παγκοσμίως γνωστός για τα σχέδια μόδας του, και παρόλο που τον ρωτούσα ασταμάτητα για την Edda και τον κύκλο της, σαν αληθινός gentleman δεν είπε ποτέ λέξη. Αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1944, το κέντρο της Βιέννης καταστράφηκε εξ ολοκλήρου, συμπεριλαμβανομένου της βίλας Kaunitz, όπου ο Metternich είχε το γραφείο του, δολοφονήθηκε ο Dollfuss, έγινε ο τάφος για τη γιαγιά της γυναίκας μου, και εκεί όπου η νέα, νεόνυμφη κόρη, Πριγκίπισα Lichtenstein, επίσης σκοτώθηκε. Αυτές είναι οι χαρές των πολέμων που κυρίως ξεκινούν από άνδρες.
Yep, ακόμη και να διαβάζεις γι΄ αυτές τις θλιβερές εποχές αποσπά την προσοχή κάποιου από τη βαρεμάρα του σημερινού κόσμου, αλλά υπάρχουν και τα πάρτι που μου υπενθυμίζουν πόσο χαρούμενη μπορεί να είναι η ζωή. Σε αυτό που μου έρχεται στο μυαλό δεν συμμετείχα, αλλά έμαθα γι’ αυτό όταν γευμάτισα με τον συντάκτη μου στο Bellamy’s αργότερα.
Η Jerry Hall.
O Fraser Nelson βρέθηκε στα 90α γενέθλια του Rupert Murdoch και κάθισε δίπλα στη γυναίκα του εορταζόμενου, την παλιά μου φίλη Jerry Hall. Συνάντησα την Jerry 40 χρόνια πριν, όταν ο ψηλός και νέος Τεξανός – από την καλύτερη πολιτεία των ΗΠΑ με διαφορά- μόλις είχε φτάσει στο Λονδίνο. Η Jerry ποτέ δεν έκανε ούτε ένα λάθος όλα αυτά τα χρόνια σαν μοντέλο, μητέρα και καλή σύζυγος. Παρόλο που είχα πολλά χρόνια να τη δω, είπε στον Fraser ότι της αρέσει πολύ η στήλη μου “High Life” και ότι είναι αφοσιωμένη στον Spectator.
O Rupert, περιττό να πω, έσωσε τις βρετανικές εφημερίδες και δημιούργησε ένα παγκόσμιο δίκτυο ειδήσεων, τηλεόρασης και ταινιών που ζήλεψαν αρκετοί δημοσιογραφίσκοι που δεν ήταν αρκετά καλοί για να γυαλίσουν ακόμη και τα παπούτσια του. Η Jerry Hall ήρθε μετά την καταστροφή στην Κίνα και τον έκανε πολύ χαρούμενο. Όπως είχε κάνει με μένα με τις φιλοφρονήσεις της για τη στήλη μου. Την επόμενη φορά θα σας πω για ένα δείπνο που οργάνωσα και τα όμορφα κορίτσια που ήρθαν.