του Θαλή Πιτούλη
Ένας διάδρομος οδηγεί στο τμήμα πυγμαχίας του Παναθηναϊκού στα «έγκατα» του γηπέδου της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Σε αυτόν ακριβώς περπάτησε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ένας νεαρός τότε αθλητής, κυνηγώντας την κατάκτηση του ονείρου του: να γίνει μποξέρ και να διακριθεί στο ρινγκ. Δεκαετίες μετά φωτογραφίζεται στο ίδιο σημείο, γεγονός που του φέρνει αναμνήσεις και τον συγκινεί. Ο λόγος για τον Γιάννη Αϊδινιώτη, τον επικεφαλής της ομάδας μποξ του Παναθηναϊκού. Ο coach έρχεται από παλιά, αλλά κοιτάζει πάντα μπροστά.
– Έχεις την ευθύνη για το τμήμα πυγμαχίας του Παναθηναϊκού και έχεις καταφέρει να το κάνεις πρωταθλητή Ελλάδος στη γενική κατάταξη στην κατηγορία Ανδρών, με βάση την αγωνιστική δραστηριότητα όλων των συλλόγων για το έτος 2016… Δύο φορές με τους άνδρες, πήραμε την Α, που είχαμε να την πάρουμε πάνω από σαράντα χρόνια. Από το ’71. Από το 2013, που έχω αναλάβει, αρχίσαμε να βγάζουμε πρωταθλητές. Είμαστε πρωταθλητές σε τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες. Όταν είχα έρθει εδώ, ρώτησα πόσους πρωταθλητές Ελλάδος έχουμε. Η απάντηση που πήρα από τους προκατόχους μου ήταν ότι μας αδικούν, ότι μας παίρνουν τα μετάλλια. Αυτά για μένα δεν υφίστανται. Στη φιλοσοφία τη δική μου δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Ψάχνω να βρω αίτια στον εαυτό μου και όχι στους άλλους.
– Πρόκειται για προσωπική ή ομαδική επιτυχία; Είναι ένα στοίχημα προς τον εαυτό μου. Μου δόθηκε η ευκαιρία. Η μοίρα φάνηκε καλή μαζί μου. Πόσοι άνθρωποι λένε «αν είχα μια δεύτερη ευκαιρία…». Εγώ ήμουν τυχερός. Δεν υπήρχε περίπτωση να την αφήσω. Έγραψα το όνομά μου στον Παναθηναϊκό. Όσα στερήθηκα εγώ τα απολαμβάνουν πλέον οι δικοί μου.
– Ποια είναι η φιλοσοφία σου στο να «χτίσεις» έναν αθλητή του μποξ; Προτεραιότητα είναι το μποξ. Όπως ακριβώς ξεκίνησα κι εγώ. Για να γίνεις μεγάλος αθλητής, έχεις ως προτεραιότητα το μποξ. Το βάζεις πάνω από όλα. Αν δεν το έχεις ως προτεραιότητα, τότε δεν πρέπει να περιμένεις να γίνεις πρωταθλητής. Με τους αθλητές που «χτίζω» εγώ είμαστε συνεταίροι στη νίκη και στην ήττα.
– Στην Ελλάδα θα λέγαμε ότι το επαγγελματικό μποξ δεν αναδείχτηκε όπως σε άλλες δυτικές χώρες; Στο εξωτερικό έχει αγοραστικό κοινό. Ο κόσμος θέλει να βλέπει το θέαμα και οι αθλητές τού το προσφέρουν. Θέλει να βλέπει ποιότητα. Και στο εξωτερικό τη βλέπει. Ο τελευταίος καλός αγώνας που είδα ήταν πριν από λίγο καιρό στο Ρίο, κι όταν έκανα την κριτική μου, τα άκουσα κιόλας.
– Ποιες οι διαφορές μεταξύ ερασιτεχνικού και επαγγελματικού μποξ; Η συνέχεια του ερασιτεχνικού είναι το επαγγελματικό. Αυτά τα δύο πάνε μαζί. Μπορεί να είναι διαφορετικά μεταξύ τους, αλλά το ένα είναι συνέχεια του άλλου. Είναι εκ διαμέτρου αντίθετα αυτά τα δύο. Ο ερασιτέχνης περιμένει βοήθεια εξ ουρανού, δεν υπάρχει πολιτεία για να τον βοηθήσει. Το επαγγελματικό όμως πάει σε άλλα επίπεδα. Εκεί υπάρχει χρήμα, glamour, prestige.
– Ποια είναι η κατάσταση στο ελληνικό μποξ σήμερα; Η κατάσταση σήμερα είναι η ίδια με αυτήν που γνώρισα εγώ το 1973, όταν ήρθα με κοντά παντελόνια στον Παναθηναϊκό. Όλοι κάνουν παράπονα και τους φταίει κάτι άλλο. Δεν προσπαθούν να βελτιώσουν τους εαυτούς τους. Έχουν μάθει να έχουν αντίληψη δημοσίου υπαλλήλου. Εγώ αυτή την αντίληψη δεν την έχω, γιατί είχα την τύχη να δουλεύω μόνος μου και να βασίζομαι σ’ εμένα. Οι κύριοι που κρύβονται στη μετριότητα έχουν την απαίτηση να πληρώνονται κιόλας το ίδιο με εκείνον που ρισκάρει τα πάντα. Δεν μπορούμε να ζητάμε τα ρέστα από την πολιτεία. Η πολιτεία κόβει τις συντάξεις σε ανθρώπους που τις έχουν ανάγκη. Και εσύ, επειδή παίζεις μποξ, ζητάς και να αμείβεσαι.
– Υπάρχουν σήμερα αθλητές που έχουν το υψηλό επίπεδο που απαιτείται και θα μπορούσαν να κάνουν διεθνή καριέρα; Εμείς στον Παναθηναϊκό αναζητάμε τα ταλέντα. Μέσω των γνωριμιών, του brand name της ομάδας αλλά και της εμπιστοσύνης που υπάρχει προς το άτομό μου, μπορώ να βρω χορηγούς, πράγμα δύσκολο πλέον, για να βοηθήσουν έναν αθλητή όταν εμείς πραγματικά πιστεύουμε πως αξίζει.
– Έχεις κερδίσει αγώνες σε εποχές δύσκολες…. Το μπράβο για εμάς ήταν ένα χτύπημα στην πλάτη, ένα μετάλλιο και ένα μπουκάλι γάλα. Βέβαια στην εθνική ομάδα μάς πλήρωναν και τα οδοιπορικά. Ήταν άλλες εποχές.
– Ποιες οι διαφορές εκείνων των αγώνων μποξ με το σήμερα; Τότε κατέβαινες στον Παναθηναϊκό και γινόσουν πυγμάχος από μόνος σου. Ο Παναθηναϊκός το ’77 είχε έξι πρωταθλητές Ελλάδος. Σε 11 κατηγορίες. Και όταν ήρθα, το 2013, δεν είχε κανέναν. Κάνουμε διεθνείς συναντήσεις. Οι επόμενοι αγώνες θα γίνουν στη Σαντορίνη, στο κλειστό της Οίας, μετά το Πάσχα. Θα είναι μια πολύ μεγάλη διοργάνωση – θα πάρουν μέρος η σουηδική Hammarby, ο Παναθηναϊκός και άλλες μεγάλες ομάδες. Έπειτα θα μεταβούμε για αγώνες στη Μελβούρνη και έχουμε και αγώνες στην Ελλάδα. Χρειαζόμαστε ευκαιρίες από τους χορηγούς για να πάμε το άθλημα του μποξ ένα βήμα πιο μπροστά. Υπάρχουν ταλέντα και το μόνο που χρειάζεται είναι οι χορηγοί για να τους βοηθήσουν.