της Μαριανίνας Πάτσα
«Υπάρχει κρυφός σύνδεσμος μεταξύ βραδύτητας και μνήμης, μεταξύ ταχύτητας και λήθης» λέει ο Μιλάν Κούντερα στο βιβλίο «Η Βραδύτητα» και παραθέτει ένα απλό παράδειγμα: όταν περπατάμε, αν θέλουμε να θυμηθούμε κάτι αλλά μας διαφεύγει η ανάμνηση, επιβραδύνουμε. Αν θέλουμε να αποφύγουμε τη σκέψη ενός δυσάρεστου περιστατικού, επιταχύνουμε. Οι ταχύτητες αλλάζουν μηχανικά. Σαν αυτοκίνητο που το οδηγούμε εδώ και χρόνια σε γνωστούς δρόμους, χωρίς σκέψη. «Στα υπαρξιακά μαθηματικά αυτή η εμπειρία παίρνει τη μορφή δύο στοιχειωδών εξισώσεων: ο βαθμός της βραδύτητας είναι ευθέως ανάλογος με την ένταση της μνήμης· ο βαθμός της ταχύτητας είναι ευθέως ανάλογος με την ένταση της λήθης».
Στις μέρες της καραντίνας, η υπαρξιακή εξίσωση δέχεται κι άλλες μεταβλητές. Εκείνες που δημιουργούν τύψεις σε όσους δεν αξιοποιούν το χρόνο για να μάθουν π.χ. μια ξένη γλώσσα, να ψήσουν 3 διαφορετικά ψωμιά ή να διαβάζουν ένα νέο βιβλίο κάθε εβδομάδα (ή τουλάχιστον τρία αν είναι νουβέλες). Ο σύγχρονος κόσμος καλεί την ανθρωπότητα σε καθημερινούς «αγώνες ταχύτητας», όπου όσο πιο συμπυκνωμένες οι δράσεις μας μέσα στο χρόνο, τόσο μεγαλύτερη θεωρείται η επιτυχία μας: κανένα δευτερόλεπτο δεν πρέπει να πηγαίνει χαμένο, η ονειροπόληση με τα μάτια ανοιχτά είναι για τους τεμπέληδες, για τους άσχετους που ακόμα δεν έχουν κατανοήσει πως ο χρόνος κυλά σαν νερό και όσα περισσότερα μπορούμε να χωρέσουμε μέσα σε μια ώρα, τόσο το καλύτερο για εμάς. Πολλοί κρατούν τα λάβαρα των τύψεων, μέσα στο εξής ταμπελάκι: «Δεν είναι πως δεν είχες χρόνο. Είναι πως δεν είχες πειθαρχία».
«Εσείς τί νέες δεξιότητες αναπτύξατε μέσα στην καραντίνα;» Θα μπορούσε να είναι ερώτηση στις εργασιακές συνεντεύξεις για τις προσλήψεις του μέλλοντος, σε έναν δυστοπικό κόσμο, όπου θα έχει πια χαθεί η «τέχνη» ενός ράθυμου μεσημεριανού. Που κανείς δεν θα θυμάται πως η κάθε μπουκιά μετρούσε σαν απόλαυση, όχι απλώς σαν ανάγκη για «καύσιμα». Ούτε θα σκέφτεται ως ευλογία την εμπειρία που μπορεί να κρατούσε για ώρες, να ξεχείλωνε και να χυνόταν μέσα στο χρόνο, καβαλώντας τη νύχτα και μετά την ανατολή, με γέλια, όνειρα, συναντήσεις. Στο δυστοπικό αυτό μέλλον την υπερ-ταχύτητας, κανείς δεν θα θυμάται όσους βγήκαν «ζωντανοί» και έχοντας σώας τας φρένας, μόνο και μόνο επειδή ανακάλυψαν ξανά την τέχνη της πολύτιμης βραδύτητας. Αυτής που μας επιτρέπει να απολαύσουμε τον ήλιο του μεσημεριού χωρίς τύψεις πως «δεν κάνουμε τίποτα». Να σταματήσουμε το χρόνο θαυμάζοντας την καμπύλη στον λαιμό της γάτας που καθαρίζει τη γούνα της. Να χάσουμε τις ώρες χορεύοντας μαζί με τους αγαπημένους μας, έστω και μέσω βιντεοκλήσης.
Σαν φτάσει η ώρα να επιστρέψουμε ξανά στην «κανονικότητα», ας μην αφήσουμε αυτό το δυστοπικό μέλλον να εγκατασταθεί. Και ας θυμόμαστε πως δεν έχει ο καθένας το κουράγιο να μετατρέψει την πανδημία σε τέλεια ευκαιρία για να μάθει νέες δεξιότητες. Μπορεί απλώς να εκτιμήσει τα όσα έχει. Ζωή χωρίς ταμπέλες ή τύψεις. Και αυτό, είναι απολύτως εντάξει.
Photo Credit: Getty Images | Ideal Image