του Χρήστου Ζαμπούνη
Η πλημμυρίς των κυρώσεων της Δύσεως κατά της Ρωσίας δημιουργεί μία σειρά ερωτημάτων, τα οποία, ως επί το πλείστον, επικεντρώνονται στο κατά πόσον θα πλήξουν οικονομικώς την χώρα του Πούτιν, διότι στρατιωτικώς δεν τίθεται θέμα. Μία παράμετρος που αποκρύπτεται εντέχνως από τους ηγέτες του «Πολιτισμένου Κόσμου», στις ανακοινώσεις τους, είναι αυτή των κρυπτονομισμάτων. Ήδη από το 2014, όταν επεβλήθησαν οι πρώτες κυρώσεις, μετά την εισβολή και κατάληψη της Κριμαίας, οι Ρώσοι κατέφυγαν στο bitcoin και σε άλλες αποκεντρωμένες ηλεκτρονικές μορφές χρήματος που δεν υπόκεινται σε κανενός είδους έλεγχο από τις Κεντρικές Τράπεζες. Τον ίδιο δρόμο ακολουθούν και έτεροι παρίες της διεθνούς σκηνής, όπως το Ιράν και η Βόρειος Κορέα. Τα κρυπτονομίσματα προσφέρουν, επίσης, το προτέρημα της ανωνυμίας, σε αντίθεση με το παραδοσιακό τραπεζικό σύστημα που απαιτεί την ταυτοποίηση του πελάτου, το περίφημο «know your customer», ενώ στις περισσότερες χώρες ζητείται και το πόθεν έσχες.
Η δημιουργία e-ρουβλίων, μαζί με έναν νόμο που ρυθμίζει τις πληρωμές σε crypto ήταν από τις πρωτοβουλίες που πήρε το καθεστώς του Κρεμλίνου για να αντιμετωπίσει την αναμενόμενη αντίδραση της Δύσεως. Στα ανωτέρω πρέπει να προστεθούν και τα υψηλά έσοδα από τις κυβερνοεπιθέσεις σε εταιρείες, τα περιώνυμα ransomware, που μόνον εντός του 2021 είχαν αποφέρει 400 δισ. δολλάρια στους hackers. Πρόκειται για ένα κακόβουλο λογισμικό που έχει την δυνατότητα να κλειδώνει οποιοδήποτε υπολογιστικό σύστημα, απαιτώντας λίτρα για να το ξεκλειδώσει. Ας μου επιτραπεί να κλείσω το παρόν σημείωμα με έναν στίχο δημοτικού τραγουδιού, όπου στην θέση της ελληνικής περιοχής ας τεθεί η Ουκρανία: «Κατακαημένη Ρούμελη τι σου ‘μελλε να πάθεις».