της Μαριανίνας Πάτσα
Κατερίνα Παπουτσάκη, Τόνια Σωτηροπούλου, Εριφύλλη Κιτζόγλου. Τρεις δυναμικές γυναίκες από το χώρο της υποκριτικής, με ανήσυχο πνεύμα. Φέτος συνεργάζονται στη σειρά της ΕΡΤ «Τα Καλύτερά μας Χρόνια» και μοιράζονται τις σκέψεις τους με άξονα το κίνημα ενδυνάμωσης #MeToo, που βοηθά τα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης να ξεχωρίζουν γενναία και να θεραπεύονται.
#MeToo. Πώς νιώσατε όταν ακούσατε την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου; Γιατί άνοιξε τώρα ο Ασκός του Αιόλου; Πώς βλέπετε σήμερα το μέλλον σε σχέση με το θέμα της έμφυλης βίας και τι πιστεύετε πως πρέπει να γίνει για να πάψουν να υφίστανται τέτοια περιστατικά;
Κατερίνα Παπουτσάκη: Έπρεπε να έρθει η ώρα που τα πράγματα θα ειπωθούν. Και οφείλουμε να στηρίξουμε τους ανθρώπους που αποφάσισαν να μοιραστούν την ιστορία τους. Είναι δύσκολο να πάρει κανείς την απόφαση να μιλήσει διότι φοβάται το πώς θα αντιμετωπιστεί. Μόλις ειπώθηκε η ιστορία κακοποίησης της Σοφίας Μπεκατώρου, ο κόσμος ένιωσε κατά κάποιον τρόπο «ασφαλής» να ανοιχτεί. Η κοινωνία ήταν έτοιμη να αγκαλιάσει το θύμα.
Μετά από όλα αυτά, πιστεύω πως δεν θα γυρίσουμε ξανά στο σημείο μηδέν. Θεωρώ πως έχουμε προχωρήσει, η κοινωνία ωριμάζει, ενώ αυτή η έκρηξη και η έκθεση, κατά κάποιον τρόπο διαπαιδαγωγούν. Οι νέοι άνθρωποι μεγαλώνουν με το κίνημα MeToo οπότε αυτό θα «γράψει» μέσα τους. Όσο για τους ανθρώπους που βρίσκονται χρόνια στο χώρο -στον όποιο χώρο- και δρούσαν απερίσκεπτα, πλέον νομίζω πως θα το σκέφτονται πολύ σοβαρά να κάνουν κάτι τέτοιο. Θέλω να πιστεύω ότι συμπεριφορές σαν και αυτές δεν αποτελούν τον κανόνα αλλά την εξαίρεση στο χώρο μας. Υπάρχει ανάγκη για σύμπνοια και αληθινή καλλιτεχνία.
Τόνια Σωτηροπούλου: Όταν άκουσα καταγγελία της κυρίας Μπεκατώρου, ένιωσα θυμό για τους ανθρώπους που ασκούν βία. Έπειτα αισθάνθηκα θαυμασμό διότι για πρώτη φορά στην Ελλάδα, η φωνή μιας γυναίκας που βρέθηκε σε τέτοια θέση εισακούστηκε. Το ΜeΤoo στην Ελλάδα ξεκίνησε τώρα, γιατί τώρα είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε αλλά και τα ΜΜΕ είναι διατεθειμένα να στηρίξουν τα θύματα και να προβάλλουν τις ιστορίες τους.
Με έχουν προσεγγίσει κι εμένα με απρεπή τρόπο, αλλά ποτέ δεν ένιωσα πως απειλείται η δουλειά μου. Ευτυχώς, έχω υπάρξει τυχερή. Οι πιο μεγάλες σεξιστικές επιθέσεις που έχω υποστεί είναι στο δρόμο ή σε μπαρ, και ναι, το έχω μοιραστεί αλλά όταν κάτι συμβαίνει στιγμιαία, απότομα, το πρώτο πράγμα που σε κυριεύει είναι ο φόβος. Θέλεις χρόνο να επεξεργαστείς το ποσό απροκάλυπτα κάποιος σε βγάζει από το κέντρο σου.
Γυναίκες και άντρες υφίστανται έμφυλη βία. Πιστεύω πως αυτό συμβαίνει εξαιτίας της έλλειψης παιδείας και συναισθηματικής νοημοσύνης, καταστάσεις που προέρχονται από ένα ανάλογο οικογενειακό περιβάλλον. Η κατάσταση διαιωνίζεται επίσης και εξαιτίας της έλλειψης νομικού πλαισίου προστασίας του θύματος. Ανεξάρτητα από τις συνθήκες περιβάλλοντος πιστεύω πολύ στις προσωπικές επιλογές. Εμπόδια πάντα θα υπάρχουν. Το θέμα είναι εμείς τι κάνουμε και πως αντιλαμβανόμαστε την κατάσταση. Πιστεύω πως η θέληση πάντα κερδίζει.
Εριφύλη Κιτζόγλου: Έχω την αίσθηση πως οι γυναίκες μιλούσαν για την καταπίεση και την κακοποίηση που έχουν υποστεί, δεν είναι κάτι που όταν το μάθαμε πέσαμε από τα σύννεφα. Και αν κάποιοι έπεσαν από τα σύννεφα, αυτό αποδεικνύει το πόσο ανέτοιμη ήταν η κοινωνία στο σύνολο της να ακούσει αυτές τις φωνές.
Δυστυχώς η κατάχρηση της εξουσίας είναι κάτι που συναντάς σε όλους τους εργασιακούς χώρους. Στο παρελθόν έχω βρεθεί σε ανάλογες καταστάσεις που ένιωσα ότι τα όριά μου παραβιάζονται και τότε χρειάστηκε να μην είμαι καθόλου γλυκιά και ευγενική. Στον καλλιτεχνικό χώρο έχω δει περιστατικό που ενώ για μένα ήταν ξεκάθαρο το τί διακυβεύεται, ο ίδιος άνθρωπος που υπέστη την κακοποίηση δεν ήθελε να μιλήσει για το γεγονός, οπότε παρά την οργή μου, σεβάστηκα την επιλογή του. Πάντα σε συγκλονίζει ένα τόσο βίαιο περιστατικό και είναι λυτρωτικό να βλέπεις ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι βρίσκουν τη δύναμη να καταγγείλουν παρόμοιες καταστάσεις.
Η έλλειψη μηχανισμών που θα ήταν ικανοί να σπάσουν τη σιωπή στον εργασιακό χώρο, προκύπτουν από μια βαθιά ριζωμένη πατριαρχία. Η εξουσία ανήκει σε εκείνον που επιβάλλεται. Και στην ελληνική πατριαρχική κοινωνία, αυτός που επιβάλλεται είναι ο άντρας. Το ζήτημα είναι να εδραιωθούν μηχανισμοί που θα είναι ικανοί να αποτρέψουν αυταρχικές συμπεριφορές απ’ όπου κι αν προέρχονται, να στεκόμαστε με κριτική σκέψη απέναντι στην δεδομένη ιεραρχία, αλλά κυρίως να στραφούμε στην αλληλεγγύη και τη συλλογικότητα. Ήδη βιώνουμε την αλλαγή.
Τι νομίζετε πως λείπει από τον επαγγελματικό σας χώρο ώστε να υπάρξει αρμονία; Και ποιες είναι οι σκέψεις σας για το μέλλον έτσι όπως διαμορφώνεται η πραγματικότητα, σήμερα;
Τόνια Σωτηροπούλου:Αυτό που λείπει από τον χώρο μας είναι η αλληλοϋποστήριξη. Όλα ανθίζουν όταν λειτουργούμε ομαδικά και όχι ατομιστικά. Πρέπει να βοηθάμε ο ένας τον άλλο. Για το μέλλον, θέλω να αισθάνομαι αισιοδοξία. Μετά από κάθε σκοτάδι έρχεται το φως.
Εριφύλη Κιτζόγλου: Ο ανταγωνισμός είναι κάτι που καλλιεργείται ως κουλτούρα και αυτή η κουλτούρα δυστυχώς επικρατεί στον χώρο μας. Τα πράγματα δυσκολεύουν ίσως παραπάνω όταν είσαι γυναίκα γιατί ανήκεις στο «ωραίο φύλο». Όταν μια ολόκληρη κοινωνία αντιλαμβάνεται τη γυναίκα έτσι, έχει ήδη οριστεί ένα ταβάνι εξέλιξης: «Γίνε όμορφη για να πετύχεις, μείνε όμορφη ώστε να σου δοθούν ευκαιρίες». Οφείλουμε να απεμπλακούμε από αυτές τις αντιλήψεις.
Κατερίνα Παπουτσάκη: Για εμένα ένας είναι ο δρόμος, στη δουλειά και στη ζωή: η ομαδικότητα. Μπορεί στην πορεία κάποιος να βγει μπροστά αλλά δεν γίνεται να είναι αυτοσκοπός, να είναι ο στόχος.Αυτό το ασυνήθιστο που ζούμε τη δεδομένη χρονική περίοδο συλλογικά, είναι δίπολο για όλους. Υπάρχει αισιοδοξία πως βγαίνουμε από την πανδημία αλλά μετά από τόσο εγκλεισμό και οικονομική καταστροφή, υπάρχει επίσης απελπισία και ανισορροπία. Όλο αυτό που συμβαίνει είναι πάνω από την ανθρώπινη φύση. Το χάδι, η αγκαλιά, η επαφή, όλο αυτό που είναι στον πυρήνα της η ανθρώπινη φύση, έχει διαταραχθεί σημαντικά.
Και οι τρεις σας, συμμετέχετε στη σειρά της ΕΡΤ, «Τα Καλύτερά μας Χρόνια», σε σκηνοθεσία της Όλγας Μαλέα και σενάριο του Νίκου Απειρανθίτη και της Κατερίνας Μπέη. Η ιστορία ξεδιπλώνεται στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’60 και του’70. Πείτε μας μερικά πράγματα για αυτή τη συνεργασία.
Κατερίνα Παπουτσάκη: Νιώθω πως είμαι από τους τυχερούς -όπως και όλοι όσοι συμμετέχουμε στη σειρά. Όχι μόνο γιατί έχουμε δουλειά, αλλά και διότι μας γεμίζει και νιώθουμε ζωντανοί μέσα από αυτό. Είναι μια σημαντική δουλειά της Tanweer για την ελληνική τηλεόραση. Έχει νοσταλγικό σενάριο, κινηματογραφική αίσθηση, την ιδιαίτερη ματιά και υψηλή αισθητική της Όλγας Μαλέα, καταπληκτικό καστ, εκλεκτούς συνεργάτες και συντελεστές. Όλοι τους, φωτεινές προσωπικότητες. Και για αυτό πιστεύω πως είναι κρίμα να χαρακτηριστεί ο χώρος μας από λάθος συμπεριφορές. Διότι πραγματικά υπάρχει αγάπη.
Μέσα από τον ρόλο μου στη σειρά, βλέπει κανείς τον ρόλο της γυναίκας που αλλάζει. Ο χαρακτήρας που υποδύομαι, η Μαίρη, είναι σαν να εκπροσωπεί τις γυναίκες εκείνης της γενιάς που είχαν ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί η θέση τους στην κοινωνία. Να νιώσουν ζωντανές. Ισότιμες. Δημιουργικές. Και αυτό είναι κάτι που κατακτήθηκε με κόπο -αν και ακόμα δεν έχει κατακτηθεί ολοκληρωτικά. Ελπίζω πως οι επόμενες γενιές θα το έχουν εμπεδώσει. Ελπίζω στην εξέλιξη.
Τόνια Σωτηροπούλου: Είναι δώρο που αυτή την περίοδο βρίσκομαι εδώ. Η Όλγα Μαλέα είναι μια πολύ ευρηματική σκηνοθέτης και έχει κάνει κυρίως σινεμά, όποτε ήταν μεγάλη μου χαρά που άνοιξε αυτή η πόρτα για μένα. Το σετ της σειράς, από μόνο του σε ταξιδεύει σε εκείνη την εποχή. Με συγκινεί το πόση αλήθεια υπήρχε τότε στις ανθρώπινες σχέσεις, οι συνθήκες ήταν πιο αγνές. Βασικός λόγος που επέλεξα αυτή τη συνεργασία ήταν επίσης το cast, συνάδελφοι που πάντα θαύμαζα και είναι ακόμα πιο ωραίο το ποσό δεμένη ομάδα γίναμε στην πορεία. Όταν βρίσκεις συνεργάτες που θαυμάζεις και με τους οποίους βρίσκεσαι στο ίδιο μήκος κύματος, είναι πραγματικά μεγάλο δώρο.
Εριφύλη Κιτζόγλου: Όταν μου έγινε η πρόταση να συμμετέχω στη σειρά βρισκόμουν ακόμα στη σχολή, οπότε για μένα ουσιαστικά αποτέλεσε το κατώφλι από το προστατευμένο περιβάλλον της σχολής, στον εργασιακό χώρο. Ο ρόλος μου, η Ελπίδα, καταπιέζεται και προσπαθεί να ξεφύγει από καταστάσεις τις οποίες ακόμα και σήμερα δεν έχουμε λύσει ως κοινωνία, αν και διεκδικήσεις και αγώνες εκείνης της εποχής, σήμερα έχουν ωριμάσει και οι κοινωνικές διακρίσεις τείνουν να εξομαλυνθούν.
Photo Credit: Nikos Zikos