του sir Taki Theodoracopulos
Gstaad- Σεβόμουν πολύ τον αείμνηστο Sir David Barclay, έναν άνδρα που θεωρούσε πολύτιμη την ιδιωτικότητα και δεν έβρισκε κανένα νόημα στα ξεφαντώματα της αλπικής ελίτ και τα κουτσομπολιά. Ήταν, όπως ακριβώς και το προλεγόμενο στους περισσότερους βρετανικούς ευφημισμούς, μια απίθανη φιλία. Συναντηθήκαμε στις βουνοπλαγιές για σκι πριν από πολύ καιρό. Μόλις είχα τελειώσει μια κατάβαση και έβγαζα τα πέδιλα του σκι όταν με πλησίασε για να με ρωτήσει εάν είμαι ο Taki. Έγνευσα καταφατικά και μου είπε: «Μου αρέσει η στήλη σου…» Μετά από όλα αυτά τα χρόνια, κάθε φορά –αν και σπάνια- που ακούω και ένα κομπλιμέντο, απαντάω ακολούθως: «Πώς ένας ευφυής άνθρωπος σαν και εσάς διαβάζει τα σκουπίδια που γράφω;» Η απάντησή του ήταν άμεση και ακριβής: « Έχω την ιδιοκτησία του Spectator(περιοδικό), όποτε είμαι αναγκασμένος να τα διαβάζω, αλλά και πάλι μου αρέσει η στήλη σου. »
Αυτή ήταν η απαρχή μιας υπέροχης φιλίας. Ο David και η γυναίκα του, Reyna, αρνούνταν να παίξουν τα παιχνίδια που συνηθίζονταν στα resorts. Τα μεταμεσονύχτια γλέντια με παράξενες καρικατούρες νεόπλουτων και «σκληρών» ανδρών, δεν ήταν γι’ αυτούς. Ούτε και τα μακρόσυρτα, αποχαυνωμένα γεύματα με μεθυσμένους στο Eagle Club. Αντ’ αυτού, οι δύο τους θα έπαιρναν μια ετήσια κάρτα μέλους για το club, ερχόμενοι το πολύ μια φορά την εβδομάδα, θα γευμάτιζαν στην άκρη της κεντρικής αίθουσας, αφήνοντας ένα καλό φιλοδώρημα, και θα έπαιρναν τον δρόμο προς τα lift όσο εμείς ερχόμασταν για μεσημεριανό. Ήταν πολύ ευγενικοί με όλους, ειδικότερα με το προσωπικό, και δεν ανέπτυξαν σχέσεις με κανέναν. Εκτός από εμένα.
Αυτό, περιττό να πω, κρατούσε το ζευγάρι σε απόσταση από φιλόδοξους οικοδεσπότες και άλλους πιεστικούς τύπους που χρησιμοποιούν το Gstaad ως μέρος δικτύωσης. Ήξεραν ποιός ήταν και τι είχε, αλλά δεν μπορούσαν να τον πλησιάσουν αρκετά για να μιλήσουν για δουλειές μαζί του. «Ποια είναι τα ενδιαφέροντά του;» ρώτησε κάποτε ένας πιεστικός τύπος που δεν θυμάμαι τι προωθούσε. «Θρησκευτικά ζητήματα» του είπα.
O Sir David Barclay (1934-2021)
Η ειρωνεία με το παραπάνω ψέμα μου ήταν ότι όντως τον David τον ενδιέφερε η θρησκεία, καθώς μιλούσε για τις γραφές αλλά και την Καθολική Εκκλησία μαζί μου. Συνηθίζαμε να γευματίζουμε με τις γυναίκες μας αλλά ποτέ δεν με άφηνε να πληρώσω. Τα αδέρφια Barclay είχαν ξενοδοχεία και πλοία, όπως και ο πατέρας μου, και κάποτε ο David είπε κάτι πολύ σοφό για τη ναυτιλία: «Μέσα και έξω είναι το κόλπο.» Έχοντας δει τους ναύλους να αυξάνονται ή να μειώνονται αρκετές φορές στη ζωή μου, αναγνώριζα μια έξυπνη θεωρία όταν άκουγα μια τέτοια. ( Οι Έλληνες πλοιοκτήτες είναι σε αυτή τη λογική εδώ και πολλά χρόνια.)
Αγαπούσε την Telegraph και το Spectator, διαβάζοντας το καθένα από την αρχή μέχρι το τέλος, και συζητούσαμε για τις ειδήσεις της ημέρας στη διάρκεια του μεσημεριανού. Όπως ακριβώς και εγώ, ήταν εξαγριωμένος που αποκόψαμε τους ανθρώπους από το παρελθόν τους και δυσφημίσαμε τους προγόνους μας. « Η ελευθερία εξαρτάται από τη μνήμη,» έλεγε. « Η κατάργηση του παρελθόντος είναι το βασικό τέχνασμα των σύγχρονων τυράννων.» Αυτό που ακολουθεί ίσως ακουστεί «φθηνό» αλλά οι συζητήσεις μαζί του ενθάρρυναν με κάποιο τρόπο την αρετή, προσπαθώντας να ξυπνήσει από τη μεριά του τη δύναμη της συμπάθειας σε έναν κόσμο που έχει απομακρυνθεί αρκετά λόγω της πολυπλοκότητας της επιστήμης και της αφαιρετικότητας.
Λοιπόν, ένας από τους καλούς άνδρες «έφυγε» τώρα, κάτι που με κάνει να αναρωτιέμαι γιατί τόσο πολλοί κακοί υπάρχουν ακόμη στη γύρα. Δεν πειράζει, «c’est la vie», όπως λένε και στη χώρα του τυριού. Τώρα κάνω σκι με τον γιό και την κόρη μου, που με τραβάνε βίντεο λέγοντάς μου το πόσο καλός είμαι. Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα έφτανα στο σημείο του να είμαι τόσο αξιολύπητος ώστε τα παιδιά μου να μου λένε το πόσο καλό σκι κάνω. Ίσως αν έβλεπα καλύτερα, να είχα επιτεθεί στους moguls ( τύπος ελεύθερου σκι), όπως λένε, αντί να τους ζητούσα να κατευθύνουν την πορεία μου στην κατάβαση. Αλλά όσο μεγαλώνεις, φοβάσαι και περισσότερο, αλλά παρόλο που δεν φοβάμαι να κοντραριστώ με κάποιους βλάκες στις πλαγιές, φοβάμαι μήπως πέσω στο έδαφος με μεγάλη ταχύτητα. Γι’ αυτό και εγώ πάω αργά, αρχίζοντας να μοιάζω όλο και περισσότερο με τον τρόπο με τον οποίο πολλοί Έλληνες πλοιοκτήτες έκαναν σκι στη δεκαετία του ’50.
Τα καλά νέα είναι ότι παρά την κάποια επιφύλαξή μου στις πλαγιές, δεν υποφέρω από κάποια γενεακή αγωνία, τόσο διαδεδομένη σε μερικούς από τους νέους του σήμερα, ούτε κατακλύζομαι από άγχος σε περίπτωση που χάσω ένα μήνυμα στον ατελείωτο 24ωρο εφιάλτη της επικοινωνίας των social media του σήμερα. Όπως και με κάθε bar, εστιατόριο και club που είναι κλειστά, τα μηνύματα αντικατέστησαν την ανθρώπινη επαφή, όπως πληροφορούμαι, καθώς είμαι πολύ περήφανος που δεν γνωρίζω το πώς να χρησιμοποιώ τα social media. Αλλά μέσω τηλεφώνου, ένας από τους καλούς γιατρούς που βρίσκονται εδώ στην περιοχή μου είπε για μια φριχτή υπόθεση που αφορούσε ένα ιδιωτικό κλαμπ που ξεκίνησε από έναν άνδρα που συνήθιζε να πουλά μετοχές για τον Madoff. (σκάνδαλο Bernie Madoff.)
Τώρα έχει επανακάμψει και έχει βγάλει μια περιουσία λόγω ενός νέου μέρους στην κορυφή του βουνού που απευθύνεται σε αυτούς που δεν έχουν πρόσβαση στο Eagle Club. Οι άνθρωποι εδώ το ονόμασαν «Club de Losers», αλλά νομίζω ότι εξελίχθηκε σε μεγάλη επιτυχία. Μέλη του είναι γέροι άνθρωποι που δεν μπορούν να κάνουν σκι αλλά και οι πολύ νέοι που κάνουν. Όχι και κακός συνδυασμός. Κοστίζει περίπου 250.000 ελβετικά φράγκα για να γίνεις μέλος και για τους νέους 100.000. Ο καλός γιατρός μου είπε ότι το πρώτο πάρτι που έλαβε μέρος στο club κόλλησε με ιό το 80% των παρευρισκομένων, και καθένας απ’ αυτούς που μολύνθηκε μετατράπηκε σε υπερμεταδότης.
Τον προηγούμενο Μάρτη ήταν ένα πάρτι του Eagle που διέσπειρε τον ιό, αυτή τη χρονιά ένας νεοφερμένος στην πόλη. Νομίζω ότι τα club του St.James αποτελούν ένα καλύτερο στοίχημα.