Η πλάνη του αληθινού μου εαυτού

του Theodore Dalrymple

Σύμφωνα με μια δημοσκόπηση της Gallup, το ποσοστό του αμερικανικού πληθυσμού που «αναγνωρίζεται» ως LGBTQ+ έχει διπλασιαστεί συγκριτικά με δέκα χρόνια πριν, με αποτέλεσμα τώρα να ανέρχεται στο 7.1%. Στις νεότερες ηλικίες που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση, ήταν πάνω από 20%. Δεν υπάρχει πιο χαζή έκφραση στο σύγχρονο λεξικό από το «αναγνωρίζεται ως», η οποία εγγενώς δίνει έμφαση στα συναισθήματα παρά στα γεγονότα. Μπορώ να «αναγνωριστώ» ως καλός άνθρωπος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι και στην πραγματικότητα. Πράγματι, εάν οι περισσότεροι που με συναντούν με απεχθάνονται, ο αυτοπροσδιορισμός μου ως καλός άνθρωπος δεν σημαίνει τίποτα παραπάνω -εκτός εάν το πιστεύω πραγματικά- από το γεγονός ότι τρέφω αυταπάτες.

Το να ρωτάς τους ανθρώπους τι «αναγνωρίζουν» είναι η φυσική συνέπεια αυτού που θα μπορούσε να ονομαστεί ως ψυχολογία ή φιλοσοφία του πραγματικού μου εαυτού. Ο πραγματικός μου εαυτός δεν έχει καμία σχέση με την εξωτερική μου εμφάνιση, τον εαυτό δηλαδή που αντιλαμβάνονται οι άλλοι μέσω της συμπεριφοράς, των τρόπων και της ομιλίας μου. Ο πραγματικός μου εαυτός είναι ένα είδος ανθρωπάριου που ζει απλώς μέσα στο σώμα μου και διατηρεί την αθωότητά του ανεξάρτητα με τη συμπεριφορά μου στον έξω κόσμο. Αυτή είναι μια πολύ απελευθερωτική ψυχολογική και φιλοσοφική θεώρηση της ανθρώπινης ζωής, επειδή αυτό σημαίνει ότι ένα άτομο μπορεί να διατηρήσει την πίστη του στην ουσιαστική καλοσύνη ενώ συμπεριφέρεται αποκρουστικά. Οι περισσότεροι από εμάς θα ήμασταν διατεθειμένοι να το κάνουμε κατά καιρούς.

Με βάση τον πραγματικό εαυτό, για πολλούς σαδιστές δολοφόνους είπαν ότι είναι όντως ένας ευγενικός και γενναιόδωρος άνθρωπος. Μια μητέρα ενός παιδιού που μόλις πιάστηκε επειδή έκλεβε για 250η φορά, είπε ότι ο γιος της ήταν στην πραγματικότητα καλό αγόρι. Ο πραγματικός εαυτός του παιδιού δεν ήταν αυτός που εισέβαλε μέσα στα σπίτια προκαλώντας τη δυστυχία, αλλά αυτός με το αναιδές χαμόγελο ή κάποιο άλλο χαρακτηριστικό. Και μέσα σε όλα αυτά, διακρίνουμε τη βλαβερή πολιτιστική επίδραση στη διάδοση της ψυχοθεραπείας, την αναζήτηση της ουσίας αλλά και στην εξήγηση ότι ευθύνεται ένα τραύμα του παρελθόντος για τη σημερινή κακή συμπεριφορά και δυστυχία. Μόλις βρεθεί ο θαμμένος ψυχολογικός θησαυρός, όλα θα πάνε καλά.

Η πολυπολιτισμικότητα -ως ιδεολογία και όχι γεγονός- είναι ένας άλλος υποκινητής, μια δικαιολογία για την κακή συμπεριφορά. Το μόνο που πρέπει να πείτε για να δικαιολογηθεί η κακή συμπεριφορά είναι ότι αποτελεί μέρος της κουλτούρας σας. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει ιεράρχηση των πολιτισμών, καθώς όλοι είναι ίσοι, η συμπεριφορά σας βρίσκεται πέρα από κάθε κριτική. Και σίγουρα, εάν πρέπει να αποδεχτείς χωρίς κριτική τους πολιτισμούς των άλλων ανθρώπων, άλλοι άνθρωποι θα πρέπει να αποδεχτούν με τη σειρά τους χωρίς κριτική αυτό που ισχυρίζεσαι ότι είναι ο πολιτισμός σου.

Όλοι ξέρουν ότι οι πολιτισμοί αλλάζουν, αλλά σχεδόν κάθε κακή συμπεριφορά συνήθως εμπίπτει στη ρουμπρίκα του πολιτισμού. Ήμουν κάποτε ο «ανταποκριτής» χυδαιότητας για μια βρετανική εφημερίδα που δεν ήταν εντελώς «ξένη» με τη γοητεία της χυδαιότητας, αλλά την ίδια στιγμή στρεφόταν με χυδαιότητα ενάντια σε καθετί χυδαίο. Η εφημερίδα θα με έστελνε οπουδήποτε νεαροί Βρετανοί μαζεύονταν και συμπεριφέρονταν με χυδαίο τρόπο, ανίκανοι να επιλέξουν ανάμεσα σε τόσα ωραία πράγματα, όντας όχι απλώς χυδαίοι, αλλά «πωρωμένα» χυδαίοι, λες και η χυδαιότητα ήταν μια ιδεολογία.

Η εφημερίδα με έστειλε στην Ίμπιζα, εστία εκείνη την εποχή της βρετανικής χυδαιότητας. Ο εμβληματικά τρομακτικός πίνακας «Gin Lane», με θέμα την παρακμή του Λονδίνου από το αλκοόλ, του Hogarth, του 1751, ήταν σαν μια ιαπωνική τελετή τσαγιού σε σύγκριση με αυτά που αντίκρυσα εκεί, και σύντομα μου κατέστη σαφές ότι όσοι άνθρωποι συμμετείχαν ήταν περήφανοι που συμπεριφέρονταν μ΄ αυτόν τον τρόπο. Δεν ήταν ότι δεν ήξεραν. Ήξεραν και μάλιστα καλύτερα και ήθελαν να το «παραβιάσουν» όσο δυνατόν περισσότερο. Όντως, ήθελαν ο φωτογράφος που με συνόδευε να τους αποθανατίσει στις χειρότερες πόζες, ώστε να τους δουν μ’ αυτό τον τρόπο εκατομμύρια άνθρωποι.

Κάποιοι ανθρωπολόγοι συνήθιζαν να μοιράζουν τις κοινωνίες, σε αυτές της ενοχής και αυτές της ντροπής. Στην πρώτη, ήταν μια αίσθηση αμαρτίας που κρατούσε τους ανθρώπους σε μια σωστή πορεία ενώ στη δεύτερη ο φόβος μήπως τυχόν παραβίαζαν τους κανόνες μπροστά στα μάτια της οικογένειας και των γειτόνων, που τους κρατούσαν στο σωστό δρόμο. Στην Ίμπιζα κατάλαβα ότι χρειαζόμασταν κι έναν τρίτο τύπο κοινωνίας, αυτόν ούτε της ενοχής ούτε της ντροπής. Εκεί λοιπόν βρήκα κάποιον που δεν ήταν τελείως μεθυσμένος και ήταν ικανός να μιλήσει καθαρά. Τον ρώτησα το τι μπορεί να σκέφτονται οι κάτοικοι της Ίμπιζας για τη συμπεριφορά των Βρετανών. Δεν ήταν κάτι το οποίο είχε σκεφτεί, καθώς το θεωρούσε πολύ περιττό για να το κάνει. Άλλωστε η συμπεριφορά των Βρετανών ήταν κομμάτι του πολιτισμού τους, οπότε και πέρα από κάθε κριτική. Από ποια υποθετική οπτική γωνία, με όρους πολιτισμικούς, θα μπορούσε κάποιος να ασκήσει κριτική επ’ αυτού; Ως εκ τούτου, ήταν καθήκον των κατοίκων της Ίμπιζας να ανεχτούν συμπεριφορές που μπορεί να τους φαίνονταν αηδιαστικές. Επιπλέον, η οικονομία τους εξαρτιόταν από αυτό, και επομένως οποιαδήποτε κριτική από την πλευρά τους θα ήταν μια μορφή υποκρισίας.

Με την επίδραση αυτής της σχολής σκέψης, ο καθένας έχει γίνει σκεπτικιστής, εκτός απ΄ όταν κριτικάρουν τη συμπεριφορά των άλλων και ξαφνικά επιστρέφει στο προσκήνιο ένα ηθικό πρότυπο. Όταν δέχεται κριτική, υπερασπίζεται τον εαυτό του μέσω του σχετικισμού αλλά όταν αποδοκιμάζει κάτι, γίνεται τόσο άκαμπτος όσο ένας πουριτανός. Γι’ αυτό συνυπάρχουν στις κοινωνίες μας η ασέβεια και ο πουριτανισμός, όχι σε ισορροπία αλλά βίαια. Καταδικάζουμε την παιδεραστία και «σεξουαλικοποιούμε» παιδιά από τη νεαρή ηλικία. Απαιτούμε να προσέχει κάποιος το πώς μιλάει, αλλά δεν υπάρχει πιο χυδαία γλώσσα απ’ αυτή της συνεχούς συζήτησης και αμφισβήτησης. Απαιτούμε την ελευθερία έκφρασης αλλά πρέπει να σωπάσουμε εάν κάτι απ’ αυτά που λέμε προσβάλλουν κάποιον.

Η έκφραση «αναγνωρίζεται ως» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μόνο σε μια πλήρως εγωιστική κοινωνία, στην οποία ο εαυτός είναι αντικείμενο αυτο-ειδωλολατρίας. Οι άνθρωποι -μόνο μερικοί ακόμη- απαιτούν οι άλλοι να απευθύνονται σ’ αυτούς με τις αντωνυμίες που επιθυμούν. Δεν ξέρω τίποτα για την Κίνα, αλλά μάλλον αμφιβάλλω ότι κάτι παρόμοιο μπορεί να συμβαίνει εκεί.

Opinions