Η τέχνη του κινηματογράφου δεν σταματάει στη δημιουργία και αποτύπωση της εικόνας και του λόγου. Το grand ecran μετατρέπεται, συχνά, σε μια “κάψουλα χρόνου” που μεταφέρει έναν κόσμο που χωρίς τις μαρτυρίες του σεναριογράφου μπορεί και να είχε εξαφανστεί. Αν δεν υπήρχαν ταινίες σαν “Τα Κόκκινα Φανάρια”, πολλοί από ‘μας δεν θα ξέραμε την ύπαρξη της Τρούμπας και χωρίς το “Ξύλο Βγήκε Από Τον Παράδεισο”, ίσως να μην ξέραμε πως οι μαθήτριες κάποτε φορούσαν ποδιές.
Στον Ελληνικό κινηματογράφο όπου ο πλούτος του Ελληνικού λόγου είναι και η βάση του έργου, οι ατάκες έχουν μεγάλη δύναμη. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ο σεναριογράφος μαζί με τον ηθοποιό, καταφέρανε να χωρέσουν μέσα σε μία μόνο πρόταση το mentalité μιας κουλτούρας ή υποκολτούρας.
Αυτές οι ατάκες μείνανε. Γίνανε διαχρονικές και συχνά επίκαιρες.
Μέχρι μουστάκι θα σε βάλει να ξυρίσεις
Τη δεκαετία του ’60 στο συνάφι των παραδοσιακών ανδρών, το μουστάκι ήταν σύμβολο φιλότιμου, “μαγκιάς”, ανδρισμού. Το να ξυρίσεις, λοιπόν, το μουστάκι σου για το χατήρι μιας γυναίκας, δήλωνε υποταγή στο ωραίο φύλο και η νόρμα ήθελε τον άνδρα ανυπόταχτο.
Σήμερα, παρόλο που το μουστάκι δεν συμβολίζει κάτι, την έκφραση την χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να προειδοποιήσουμε, χαριτολογώντας, έναν φίλο για τη γυναίκα που έχει βάλει στο μάτι.
Στρίβειν δια του αρραβώνος
Το ’50 και το ’60, η τιμή της αδελφής δεν ήταν και λίγο πράγμα. Ο αδελφός όχι μόνο είχε υποχρέωση να την προστατεύσει από ερωτικά μπλεξίματα αλλά και να μείνει ανύπαντρος έως να παντρευτεί – ή καλύτερα, ν’αποκατασταθεί- η αδελφή του. Έτσι, τ’αδέλφια είχαν κάθε λόγο να κυνηγάνε τους γαμπρούς και να τους υποχρεώνουν ακόμα και με την απειλή όπλου, να παντρευτούν εδώ και τώρα τις αδελφάδες τους. Τραγούδια όπως “Με Κυνηγούν Τ’ Αδέλφια Σου” αλλά και ταινίες όπως το “Δεσποινίς Ετών 39” είναι κάποια τα πολλά δείγματα pop art που αποτυπώνουν ξεκάθαρα τον άγραφο αυτό νόμο.
Έτσι, λοιπόν, ο ερωτικός σύντροφος της εκάστοτε αδελφής αν για κάποιο λόγο κωλυόταν να παντρευτεί, είτε επειδή δεν είχε αποκασταθεί επαγγελματικά είτε επειδή κι ο ίδιος είχε αδελφή να παντρέψει, προσπαθούσε να ξεφύγει από την πίεση του αδελφού με διάφορα κόλπα. Αυτό που έμεινε στην ιστορία ήταν ο “Στρίβειν δια του αρραβώνος”: Αρραβωνιάσου την τώρα και μετά βλέπουμε.
Πολλά τα λεφτά, Άρη
Η Τρούμπα, η συνοικία του Πειραία κοντά στο λιμάνι, αποτελούσε μια μικρή κοινωνία μέσα στην ευρύτερη της Ελλάδας του ’60. Μετά τη δύση του ηλίου, οι θαμώνες της κακόφημης πλευράς της Τερψιθέας, ήταν από τη μία ιερόδουλες, προαγωγοί και γκάνγκστερς κι από την άλλη τα πληρώματα του 6ου Αμερικάνικου στόλου καθώς και άλλων πολεμικών κι εμπορικών πλοίων. Λένε πως τα αιματηρά επεισόδια ήταν καθημερινό φαινόμενο και πως η αστυνομία άφηνε τα μέλη του υποκόσμου να λύσουν τις διαφωνίες μόνοι τους, χωρίς την παρέμβαση της.
Τα ήθη και κυρίως οι αναστολές του subculture ήταν, φυσικά, αρκετά πιο χαλαρά από αυτά της ευρύτερης κοινωνίας, ο κώδικας τιμής, όμως, βάραινε τη ζυγαριά από την άλλη. Ήταν αποδεκτό να δολοφονήσεις κάποιον αλλά ήταν κατακριτέο να τον μαχαιρώσεις στην πλάτη. Αφού, συχνά στις αναμετρήσεις των “παλικαράδων” της Τρούμπας, δένανε τα χέρια τους με σχοινί έτσι ώστε καθόλη τη διάρκεια της μάχης να κοιτάζονται στα μάτια.
Ο Κούρκουλος ρωτάει τον Καλογήρου αν είναι ανάγκη να χτυπηθούν, ο τελευταίος του απαντάει “Πολλά τα λεφτά, Άρη” και μόνο τότε βγαίνουν τα στιλέτα. Η ατάκα “κουβαλάει” όλη την κουλτούρα της Τρούμπας. Οι μαχαιροβγάλτες ήταν επαγγελματίες. Το ζήτημα δεν ήταν προσωπικό κι αυτό γινόταν σεβαστό.
Τι θα το κάνουμε εδώ, American bar?
Την εποχή του ’60, η έκθεση των Ελλήνων στο τρόπο ζωής των ΗΠΑ ήταν πολύ μικρή. Για όσους δεν ταξιδεύανε ή δεν είχανε συγγενείς στην Αμερική, γνώριζαν όσα γνώριζαν για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ήταν μέσα από ταινίες. Western, gangster movies, πυροβολισμοί, ξύλο και άλλες απίθανες σκηνές ρίζωναν στη συνείδηση του Έλληνα δημιουγώντας μια ψευδαίσθηση για το τι εστί “America”.
Έτσι, ο αυστηρός και καλοσυνάτος διοικητής, Διονύσης Παπαγιανόπουλος θέλοντας να επιβάλει την τάξη στο τμήμα του, προειδοποιεί πως εδώ δεν θα το κάνουμε American bar.
Φύγε, Στέλλα, κρατάω μαχαίρι
Ήταν που ήταν υποχώρηση για έναν άντρα να παντρευτεί, αν τον έστηνε κιόλας η νύφη στην εκκλησία, ο εξευτελισμός ήταν μεγάλος. Τους εξευτελισμούς, κυρίως στις λαϊκές γειτονιές, οι άντρες τους απαντούσαν με αίμα αλλιώς διακυβεύανε τον ανδρισμό τους. Ο Μίλτος, ο ποδοσφαιριστής, το είδωλο των πιτσιρικάδων, το πρώτο παλικάρι της γειτονιάς, πρέπει να σκοτώσει την αγαπημένη του που νωρίτερα τον παράτησε μπροστά σε φίλους, συγγενείς και τον…παπά. Πρέπει αλλά δεν θέλει.
Το “Φύγε, Στέλλα, κρατάω μαχαίρι” κρύβει όχι μόνο τις νόρμες της εποχής αλλά και την προστατευτικότητα ενός αυθεντικού άντρα προς τη γυναίκα. Ο ίδιος πάει να την σκοτώσει και ο ίδιος την προστατεύει πάλι από τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτή η ατάκα κρύβει πραγματικά ένα μεγαλείο.
Photos by Finos Film